Με τον ήλιο κρυμμένο από τους καπνούς της Πάρνηθας, με τις ειδήσεις και τα επιτόπια ρεπορτάζ να αγγίζουν την επιφάνεια και μόνο την επιφάνεια, είναι ίσως η ώρα να καταγραφεί κάπου μία ακόμη χαρακτηριστική ιστορία σχετικά με τα των πυρκαγιών και όχι μόνο. Μια μάλλον όχι πρωτότυπη ή μοναδική, πάντως χαρακτηριστική ιστορία.
Πριν από περίπου 20 έτη ανελήφθη από το ΕΜΠ με σύμπραξη και άλλων φορέων, έργο της τότε ΓΓΕΤ με τίτλο «Επιχειρησιακό σύστημα σχεδιασμού και υποστήριξης αποφάσεων για διαχείριση δασικών πυρκαγιών», το οποίο ολοκληρώθηκε λίγα έτη μετά. Τα αποτελέσματά του δημοσιεύτηκαν σε διάφορες ερευνητικές και όχι μόνο εργασίες και fora, καθώς το χρηματοδοτικό πλαίσιο απαιτούσε να αναπτυχθούν χρήσιμα προϊόντα που ενσωματώνουν τεχνογνωσία υψηλού επιπέδου. Περιληπτικά, τα αποτελέσματα του έργου ήταν τα ακόλουθα:
α) Ενα δίκτυο ασύρματων αισθητήρων για ανίχνευση δασικών πυρκαγιών στο πεδίο. Πρόκειται για αισθητήρες χαμηλού κόστους που τοποθετούνται πάνω σε δέντρα και ενημερώνουν άμεσα για την εκδήλωση και την πορεία μιας πυρκαγιάς.
β) Ενα ενοποιημένο σύνολο εφαρμογών λογισμικού για τη δημιουργία σεναρίων εξέλιξης και αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών και συγκεκριμένα:
- Λογισμικό προσομοίωσης δασικών πυρκαγιών
- Λογισμικό βελτιστοποίησης εκκένωσης περιοχών
- Λογισμικό σχεδιασμού και χωροθέτησης μικρών κινητών μονάδων άμεσης επέμβασης
- Λογισμικό δρομολόγησης επίγειων μέσων
Τα αποτελέσματα αυτά πρακτικά είχαν δύο χρήσεις:
- Το σχεδιασμό σεναρίων εκδήλωσης και εξέλιξης πυρκαγιών και
- Την υποστήριξη της επιχειρησιακής αντιμετώπισης σε πραγματικό χρόνο
Είναι αυτονόητο ότι η επιχειρησιακή αντιμετώπιση πυρκαγιών σε πραγματικό χρόνο δεν γίνεται με πληροφοριακά συστήματα. Ωστόσο, η αξία εργαλείων που μπορούν να προσομοιώσουν σενάρια και συνδυασμούς σεναρίων σε εθνική κλίματα, ιδιαίτερα με δεδομένη τη μη ύπαρξη απεριόριστων μέσων πυρόσβεσης, είναι μάλλον αυταπόδεικτη για την καλύτερη προετοιμασία και τη λήψη αποφάσεων πριν να υπάρχει περιστατικό. Για παράδειγμα, η διασπορά μικρών και φτηνών οχημάτων για άμεση επέμβαση τα πρώτα λεπτά της εκδήλωσης μιας πυρκαγιάς χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα αποτελεσματική. Τα αποτελέσματα του εν λόγω έργου μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουν, μεταξύ άλλων, την τεκμηρίωση τέτοιων σχεδιασμών, της ποσοτικοποίησης των αναγκών σε οχήματα, κλπ.
Εκτός από τις επιστημονικές δημοσιεύσεις, το έργο έλαβε σημαντική δημοσιότητα σε ελληνικά και διεθνή μέσα, συμπεριλαμβανομένων των CNN, Al Jazeera κ.ά. Και ισχύει ότι θα είχε σύντομα ξεχαστεί, ως ένα από πολλά ερευνητικά έργα που είχε ως αποτέλεσμα «κάτι δυνητικά χρήσιμο» που, όμως, έμεινε στο «δυνητικά». Μόνο που συνέβησαν οι πυρκαγιές του 2007 οι οποίες έκαναν τα αποτελέσματά του μάλλον επίκαιρα για την εποχή.
Πριν συνεχίσουμε, αξίζει να σημειωθεί κάτι που τότε δεν ήμασταν σε θέση να καταλάβουμε: σε διάφορες εκδηλώσεις που συμμετείχαμε ως προσκεκλημένοι επιστημονικοί εμπειρογνώμονες, γινόμασταν μάρτυρες δημοσίων διαφωνιών (ευγενική περιγραφή) μεταξύ δασολόγων / δασικής υπηρεσίας, Πυροσβεστικής και Πολιτικής Προστασίας. Το διακύβευμα ήταν του τύπου «ποιος είναι αρμόδιος και υπεύθυνος για ποιο πράγμα, σε ποια κλίμακα, ποιον διατάζει, πότε, κλπ». Οπως αναφέρθηκε, τότε δεν είχαμε ακόμη καταλάβει πόσο σημαντικές επιπτώσεις είχαν (έχουν;) τέτοιες διαμάχες.
Την περίοδο εκείνη, λοιπόν, ο επικεφαλής του έργου συναντήθηκε με τον τότε Υπουργό Περιβάλλοντος και τον ενημέρωσε για το έργο, δηλώνοντας ότι όλα τα αποτελέσματά του ήταν στη διάθεση της Πολιτείας η οποία και το είχε χρηματοδοτήσει, χωρίς, δηλαδή να ζητήσει συνέχεια της χρηματοδότησης. Μοναδική προϋπόθεση για την αξιοποίηση του έργου ήταν η δημιουργία μιας κεντρικής αποθήκης δεδομένων σχετικών με τις πυρκαγιές, όπως το ανάγλυφο, η κάλυψη δασών, οδικοί χάρτες, ο πληθυσμός κ.ά. Ακόμη και την περίοδο εκείνη, τα δεδομένα αυτά μπορούσαν να είναι διαθέσιμα με ρεαλιστικό κόστος. Η ανεπίσημη απάντηση του γραφείου του Υπουργού ήταν του τύπου «μα πώς μας προσφέρετε αυτά τα εργαλεία που εμείς είμαστε από το άλλο κόμμα». Για ευνόητους λόγους δεν θα αναφερθούν ονόματα, καθώς η ιστορία έχει συνέχεια.
Μετά, λοιπόν, από τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007, προκηρύχθηκαν έργα πληροφορικής με αντικείμενο ακριβώς τη διαχείριση κρίσεων δασικών πυρκαγιών. Δικαιούχοι οι τότε Νομαρχίες. Επικοινωνήσαμε με τον αρμόδιο για την προκήρυξη φορέα, διατυπώνοντας το αίτημα να αξιοποιηθεί μέρος από τα χρήματα που υπήρχαν, για τη δημιουργία μιας ενιαίας υποδομής (αποθήκης) δεδομένων όπως αυτά που αναφέρονται παραπάνω (ανάγλυφο, κάλυψη δασών κλπ). Δηλαδή, για μια βάση σχετικών δεδομένων η οποία να είναι κοινή, να επικαιροποιείται και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους. Η υποδομή αυτή θα απαιτούσε μικρό μόνο μέρος των διαθέσιμων χρημάτων και κάθε Νομαρχία θα μπορούσε να αναπτύξει τα δικά της λογισμικά κλπ συστήματα διαχείρισης κρίσεων δασικών πυρκαγιών, με τους δικούς της αναδόχους.
Λάβαμε αρνητική απάντηση, με το σκεπτικό ότι πρέπει «να λειτουργήσει η αγορά», δηλαδή: τα όποια συστήματα διαχείρισης κρίσεων δασικών πυρκαγιών και τα απαραίτητα δεδομένα θα κατασκευαστούν από εταιρίες πληροφορικής οι οποίες θα επιλεγούν με ανεξάρτητες για κάθε Νομαρχία διαγωνιστικές διαδικασίες. Αν και αυτό τεχνικά ήταν δυνατό δεν επιλέχθηκε μία από αυτές τις διαγωνιστικές να αφορά το σύνολο των δεδομένων για όλη τη χώρα πετυχαίνοντας, μεταξύ άλλων, οικονομίες κλίμακας, αλλά και διαλειτουργικότητα. Τελικά, όποια από αυτά τα έργα ολοκληρώθηκαν ήταν γενικά ανεξάρτητα μεταξύ τους, δηλαδή ασύμβατα ή, με τη σημερινή ορολογία, μη-διαλειτουργικά. Αυτό σημαίνει ότι τα ψηφιακά συστήματα για το σχεδιασμό της αντιμετώπισης μιας πυρκαγιάς που εξελισσόταν από το Νομό Α προς τον Β, δεν μπορούσαν να συνεργαστούν ώστε ο σχεδιασμός να είναι ο απαιτούμενος, καθώς η φωτιά δεν γνωρίζει από διοικητικά όρια (τεχνικές λεπτομέρειες είναι εκτός του σκοπού της παρούσας διήγησης).
Κάποια, μάλιστα, από τα έργα αυτά δεν ξεκίνησαν καν, καθώς οι δικαστικές διαμάχες των υποψηφίων αναδόχων εταιριών πληροφορικής κατανάλωσαν τον χρόνο του χρηματοδοτικού πλαισίου. Παρακάμπτουμε την αναφορά σε «συνήθεις πρακτικές» σύνταξης τεχνικών προδιαγραφών έργων πληροφορικής και πάμε στην ουσία: σε όσα τέτοια έργα ολοκληρώθηκαν, η Πυροσβεστική ήταν στην καλύτερη περίπτωση «συμμετέχουσα», δηλαδή είχε μεν ενημέρωση, αλλά δεν είχε τον επιτελικό κεντρικό ρόλο που πρέπει να έχει όποιος τελικά εκτελεί τον όποιο σχεδιασμό διαχείρισης δασικών πυρκαγιών. Επίσης, στη συνέχεια έστω και αυτά τα έργα στη γενική περίπτωση δεν συντηρήθηκαν και δεν εξελίχθηκαν .
Στο διάστημα που ακολούθησε εκτελέστηκαν και άλλα έργα πληροφορικής σχετικά με δασικές πυρκαγιές, τα οποία περιελάμβαναν την προμήθεια τεχνολογικών μέσων όπως drones, ψηφιακών επικοινωνιών πεδίου, καμερών στις στολές, gps στα οχήματα κ.ά. Σχετικά με αυτά, δεν γνωρίζουμε τι είδους βοήθεια προσέφεραν, ούτε έστω για επικοινωνιακούς λόγους που να ανοίγουν το δρόμο και για άλλες προμήθειες drone, gps και άλλου εξοπλισμού τεχνολογίας που δεν σβήσει φωτιές.
Σε κάθε περίπτωση, επαναλαμβάνουμε το προφανές, ότι δηλαδή πληροφοριακά συστήματα και εργαλεία κάθε λογής, ούτως ή άλλως από μόνα τους δεν αρκούν για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών και γενικά φυσικών καταστροφών. Είναι, όμως, χρήσιμα εργαλεία, τα οποία σε συνθήκες έντασης της κλίμακας και της συχνότητας των φυσικών καταστροφών, έχουν ένα ρόλο στη σχεδίαση και την προετοιμασία. Οι αρμόδιοι εξακολουθούν να ερίζουν σχετικά με το ποιος είναι υπεύθυνος και για ποιο πράγμα, σε ποια κλίμακα, ποιος διατάζει ποιον, ποιος σχεδιάζει τι, αν το επιβάλει στους υπόλοιπους, τι λέει ο νόμος για το ρόλο κάθε φορέα και διάφορα άλλα. Και όλα τα θέματα επιχειρείται να επιλυθούν με τη γνωστή λογική ισορροπιών ώστε «όλοι να πάρουν κάτι». Το αποτέλεσμα το βλέπουμε όλοι και δεν αφορά το σημερινό επιτελικό ή μη κράτος: έχει πολύ βαθύτερα αίτια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμη και σήμερα και παρά τη γνωστή πρόοδο στον τομέα των ψηφιακών συστημάτων και υπηρεσιών, ισχύουν τα ακόλουθα:
- Δεν υπάρχει μια ενιαία εθνική αποθήκη δεδομένων δασικής κάλυψης. Οι υψηλής ανάλυσης αεροφωτογραφίες και δορυφορικές εικόνες που χρησιμοποιούνται στο κτηματολόγιο και τους δασικούς χάρτες, παραμένουν κλειδωμένα στα συστήματα των «αρμοδίων φορέων» και μπορεί κανείς (φορέας) να τις πάρει μόνο με αίτηση, μετά από καιρό, υπό προϋποθέσεις και όχι απαραίτητα στην πιο σύγχρονη έκδοση και με την υπάρχουσα γεωμετρική ακρίβεια.
- Δεν υπάρχει διαθέσιμο πλήθος άλλων ανοικτών συνόλων δεδομένων σχετικά με την εκτίμηση της επικινδυνότητας δασικών πυρκαγιών αλλά και άλλων καταστροφών. Για παράδειγμα, δεν διατίθενται ως ανοικτά δεδομένα τα οικοδομικά τετράγωνα και ο πληθυσμός τους σύμφωνα με την τελευταία απογραφή. Και στην περίπτωση αυτή, ο «αρμόδιος φορέας» επιβάλει πλήθος περιορισμών στη χορήγησή τους, καθυστερήσεις και κάθε είδους δυσκολίες.
- Δεν υπάρχουν διαθέσιμα με μορφή αξιοποιήσιμη για το σχεδιασμό αντιμετώπισης καταστροφών, τα δεδομένα του οδικού δικτύου.
- Δεν υπάρχει καν ενιαία ψηφιακή αποθήκη ιστορικού φυσικών καταστροφών.
Ο κατάλογος μπορεί να συνεχίσει για αρκετά ακόμη σύνολα δεδομένων και συστήματα, τα οποία αν και θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είναι διαθέσιμα και ανοικτά, παραμένουν με αυθαίρετες αποφάσεις κλειδωμένα: Σε όλες τις περιπτώσεις, οι «αρμόδιοι φορείς» επικαλούνται την εθνική ασφάλεια, τα προσωπικά δεδομένα και γενικά κάποια ερμηνεία νόμων. Το πώς η και γιατί η «προστασία» των δορυφορικών εικόνων (οι οποίες για τη χώρα μας πωλούνται από ιδιωτικές εταιρίες σε όποιον επιθυμεί) εξυπηρετεί την εθνική ασφάλεια, το γνωρίζουν μόνο εκείνοι. Όπως γνωρίζουν και το με ποιο τρόπο είναι «προσωπικά δεδομένα» τα όρια των οικοδομικών τετραγώνων και οι πληθυσμοί τους.
Σε άλλες περιπτώσεις, φορείς που διαθέτουν σύγχρονα δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη σχεδίαση της αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, τα έχουν προμηθευτεί με νομική δέσμευση να τα χρησιμοποιούν μόνο οι ίδιοι και να μην τα διαθέτουν σε κανένα άλλο φορέα, ο οποίος θα πρέπει, τι άλλο, να τα προμηθευτεί εκ νέου. Τα σχόλια δικά σας.
Τέλος, δεδομένα σχετικά με τις φυσικές καταστροφές που συμβαίνουν αποθηκεύονται ξεχωριστά από κάθε φορέα που εμπλέκεται και υπό το πρίσμα της εμπλοκής τους. Πουθενά, όμως, δεν υπάρχουν ανοικτά προσβάσιμα συγκεντρωμένα ιστορικά δεδομένα για όλες τις καταστροφές.
Πολλοί, αν όχι όλοι, από τους φορείς που εκδηλώνουν τη συμπεριφορά αυτή, επικαλούνται το αντίθετο από αυτό που στην πραγματικότητα κάνουν: λένε ότι δήθεν ήδη διαθέτουν «ανοικτά δεδομένα», εννοώντας ότι κάπου κάτι δίνουν όπως για παράδειγμα φωτογραφίες χαμηλής ανάλυσης χωρίς γεωμετρική πληροφορία, ή ακόμη και δεδομένα «δημοσιευμένα στη Διαύγεια», δηλαδή ΦΕΚ. Αυθαιρεσίες για τις οποίες δεν είναι του παρόντος η τεκμηρίωση, οι οποίες δείχνουν τι πραγματικά σημαίνει «βαθύ κράτος».
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι αυτά που επικαλούνται οι «φορείς», κανείς εκ των οποίων δεν έχει ποτέ υποστεί πραγματικές κυρώσεις: το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει εξουσία που να μπορεί να τους επιβάλει να κάνουν το καθήκον τους, λαμβάνοντας ό,τι μέτρα χρειάζεται ώστε να το πράξουν, συμπεριλαμβανομένου του «αδιανόητου», δηλαδή της τιμωρίας όσων είναι υπεύθυνοι. Το πραγματικό πρόβλημα, ο «κοινός παρανομαστής» των παραπάνω και πολλών άλλων φαινομένων είναι αυτό που κάποιοι αποκαλούν «βαθύ κράτος». Είναι η λεγόμενη «δημόσια διοίκηση» που πολλά χρόνια τώρα δεν δουλεύει για την κοινωνία, αλλά για τον εαυτό της. Είτε «προστατεύοντάς» τον από τον κίνδυνο να κατηγορηθεί για κάτι για το οποίο μπορεί να υπάρξει ισχυρισμός ότι έπραξε πλημμελώς, είτε για κάθε λογής ίδιον όφελος. Αυτός είναι ο πραγματικός ένοχος και δυστυχώς με τις επιλογές και τις πράξεις της η κοινωνία τον ανέχεται και με το παραπάνω, όχι μόνο στα των πυρκαγιών αλλά και σε πολλά άλλα.
Κατά τα λοιπά, πολλά έργα όπως αυτό με το οποίο ξεκίνησε το αφήγημά μας, θα εκτελεστούν ακόμη. Πολλές αυθαίρετες συμπεριφορές θα είναι «νόμιμες» και δεν θα μπορεί να αποδειχθεί δόλος, ανεπάρκεια, εγκληματική αμέλεια, συντεχνιακή δράση, κ.ά. Ολα θα συνεχίσουν να γίνονται «σύμφωνα με το νόμο» και οι διάφορες εναλλασσόμενες κυβερνήσεις θα κατηγορούν η μία την άλλη με φόντο τα τηλεοπτικά παράθυρα, τις παροχές τύπου «μόρια πυρόπληκτων για το Δημόσιο και τα ΑΕΙ» (ναι, και αυτό συμβαίνει…) και άλλα παρόμοια.
Τα υπόλοιπα, του τύπου ότι τα δάση τα καίμε για να γίνουμε η «μπαταρία της Ευρώπης» ότι «οι πολίτες θα αποζημιωθούν» για την απουσία του κράτους όταν καιγόταν το σπίτι τους που, σε κάποιες περιπτώσεις χτίστηκε επίσης με την απουσία του κράτους, και διάφορα άλλα, είναι απλά για κατανάλωση. Είναι καύσιμο για τον λαϊκισμό, ο οποίος θα συνεχίσει να «χτυπάει κόκκινο», έχοντας «πολίτες» – πελάτες με μνήμη χρυσόψαρου, που στην πραγματικότητα δεν προτίθενται να «δυσκολευτούν» για τίποτε, «ο κόσμος να καίγεται» που λέμε και δυστυχώς όχι μόνο ως σχήμα λόγου.
Η διήγηση αυτή έγινε χωρίς αναφορά ονομάτων και συγκεκριμένων ημερομηνιών για ευνόητους λόγους, μεταξύ άλλων αξιοπρέπειας και σεβασμού στην επιστήμη και τον χαμένο ορθολογισμό. Οι συμμετέχοντες δεν συμμετείχαν σε άλλα συναφή έργα, ούτε διεκδίκησαν ή διεκδικούν χρηματοδοτήσεις κανενός είδους για ψηφιακά συστήματα που προστατεύουν από τις πυρκαγιές.
Η διήγηση αυτή έγινε χωρίς την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να «αλλάξει κάτι». Έτσι, για να υπάρχει ακόμη μια καταγραφή άλλης μιας ιστορίας που αναφέρεται στην μεγαλύτερη και ταχύτερη πολιτισμική και πολιτική παρακμή αυτού του τόπου. Για την περίπτωση που φανεί χρήσιμη σε οποιονδήποτε και ιδίως σε νέους ανθρώπους, για την τεκμηριωμένη και χωρίς αυταπάτες λήψη κάποιας απόφασης για το μέλλον τους.
*O Βασίλης Βεσκούκης είναι Καθηγητής ΕΜΠ – Ο Νίκος Μαρκάτος είναι Ομότ. Καθηγητή ΕΜΠ, π.Πρύτανης
Πηγή: ieidiseis.gr