Εκτεθειμένη η κυβέρνηση με τις επιλογές της στην τροπολογία για το κόμμα Κασιδιάρη

Ημερομηνία:

Διαφήμιση

Στις δικές της επιλογές σκοντάφτει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς αντί να λύνει τα υφιστάμενα προβλήματα, δημιουργεί νέα ζητήματα σε ιδιαίτερα κρίσιμα θέματα. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, όταν αρνείται να αναγνωρίσει τα λάθη της και επιχειρεί με (νέους) επιπόλαιους χειρισμούς να διορθώσει την κατάσταση. 

Τα παραπάνω βρίσκουν πεδίο εφαρμογής στο θέμα της τροπολογίας που υποτίθεται ότι θα έβαζε «μπλόκο» στο κόμμα «Έλληνες» τού –πρωτοδίκως καταδικασμένου για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωσης της Χρυσής Αυγής– Ηλία Κασιδιάρη.

Ωστόσο στην περίπτωση αυτή, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι κυβερνητικοί χειρισμοί προκαλούν σωρεία σφοδρών αντιδράσεων από κόμματα, συνταγματολόγους κ.ά., αλλά κυρίως ότι τα εγκληματικά λάθη της κυβέρνησης τροφοδοτούν την ακροδεξιά.

Το ιστορικό των κυβερνητικών λαθών

Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση προέβη τον περασμένο Φεβρουάριο στη νομοθέτηση τροπολογίας, σύμφωνα με την οποία για την κατάρτιση συνδυασμού που θα συμμετέχει στις εκλογές, θα πρέπει «ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής, ο νόμιμος εκπρόσωπος και η πραγματική ηγεσία του κόμματος να μην έχουν καταδικασθεί σε οποιονδήποτε βαθμό σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1-6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα, ή σε οποιαδήποτε ποινή για εγκλήματα του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα που επισείουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ή σε ισόβια κάθειρξη για κάθε άλλο αδίκημα». Για το θέμα της συμμετοχής του κόμματος Κασιδιάρη στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, κλήθηκε να αποφασίσει το Α1 τμήμα του Αρείου Πάγου. 

Η τροπολογία εγκρίθηκε χωρίς τη συγκατάθεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μόνο με τις θετικές ψήφους της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει δική του τροπολογία, στην οποία αναφερόταν ρητά ότι η διάταξη πρέπει να αφορά εγκληματικές οργανώσεις με ρατσιστικό ή νεοναζιστικό κίνητρο. Η Κουμουνδούρου διαφώνησε έντονα και με την υπερεξουσία στον Αρειο Πάγο, ο οποίος θα μπορεί να κρίνει αν ένα κόμμα είναι δημοκρατικό ή όχι και υπογράμμισε την ανάγκη η τελική διάταξη να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα. Την ξεκάθαρη διαφωνία τους είχαν εκφράσει ΚΚΕ και ΜέΡΑ25. 

Τονίζεται ότι βασικό σημείο διαφωνίας των κομμάτων αλλά και των συνταγματολόγων με την τροπολογία, ήταν η ανάθεση στον Άρειο Πάγο του ελέγχου της εκλογικής διαδικασίας: κάτι που ούτε στις αρμοδιότητες του είναι, ενώ ανοίγει και κερκόπορτα για μελλοντικό αποκλεισμό συνδυασμών, ανάλογα με τον εκάστοτε συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων.

Η κυβέρνηση λοιπόν, έκλεισε τα αυτιά της σε κόμματα αλλά και συνταγματολόγους, όπως ο Νίκος Αλιβιζάτος, ωστόσο αναγκάστηκε να αναθεωρήσει άρδην, όταν το κόμμα «Έλληνες» επιχείρησαν να αποφύγουν το ενδεχόμενο «μπλόκο», βάζοντας ως επικεφαλής (και αντί-Κασιδιάρη) τον πρώην αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αναστάσιο Κανελλόπουλο. 

Μπροστά στον διαφαινόμενο κίνδυνο να συμμετάσχει τελικά το κόμμα του Ηλ. Κασιδιάρη στις εκλογές της 21ης Μαΐου, ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης προχώρησε σε μια νέα τροπολογία, προσπαθώντας να διορθώσει την κατάσταση με ακόμα χειρότερο τρόπο: επιβάλλοντας δηλαδή, την υποχρεωτική συμμετοχή στην απόφαση της ολομέλειας του Α τμήματος του Αρείου Πάγου. Σε κάθε περίπτωση, με τη νέα ρύθμιση η κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι οι δύο προηγούμενες νομοθετικές κινήσεις της υπήρξαν ατελείς, όπως είχαν προειδοποιήσει έγκριτοι συνταγματολόγοι και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Καταιγίδα νέων αντιδράσεων

Άμεσες ήταν όχι μόνο οι αντιδράσεις των κομμάτων, αλλά και των συνταγματολόγων (και) στη νέα κυβερνητική απόφαση: εξαπολύοντας ευθείες βολές για τους κυβερνητικούς χειρισμούς, έκαναν μεταξύ άλλων λόγο για «ατυχή ανάθεση» αλλά και για «αδιανόητη» κίνηση. 

Ως (μέχρι στιγμής) αποκορύφωμα στην υπόθεση ήρθε η τοποθέτηση του αντιπροέδρου και προέδρου του Α1 τμήματος του Αρείου Πάγου, Χρήστου Τζανερίκου, που απογύμνωσε τις αποφάσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο κ. Τζανερίκος δεν δίστασε να καταγγείλει τη ρύθμιση, χαρακτηρίζοντάς την ως ωμή παρέμβαση και ως αντισυνταγματική. Μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για «πρωτοφανή για τα δικαστικά χρονικά ρύθμιση», που «αποτελεί ευθεία παρέμβαση στη λειτουργία του Αρείου Πάγου». 

Τόνισε επίσης ότι η επίμαχη ρύθμιση στοχοποιεί τον ίδιο: «αποτυπώνει, φωτογραφικά, τη δυσπιστία και την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πρόσωπό μου, εκ μέρους της κυβέρνησης, που είχε τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, αναφορικά με την άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας να ορίζω την (πενταμελή) σύνθεση του τμήματος, του οποίου είμαι πρόεδρος», ανέφερε χαρακτηριστικά. 

Επίσης, κατήγγειλε παρέμβαση του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών, λέγοντας πως «παρενέβη, ανεπίτρεπτα, ευθέως στην κρίση του Α1 τμήματος του ΑΠ, αφού δήλωσε, μεταξύ άλλων: “Δεν μπορεί να υπάρχει μια βαθιά αντίφαση, από τη μια μεριά το ποινικό τμήμα της δικαιοσύνης (σημ: ξέχασε να πει κατωτέρου του ΑΠ Δικαστηρίου) να τον καταδικάζει (σ.σ. τον Κασιδιάρη) ως αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης και να έρχεται ένα άλλο τμήμα της δικαιοσύνης επίσης, το Α1 του Αρείου Πάγου, που λέει ότι είναι πολιτικός αρχηγός”. Δηλαδή, ο ΥΠΕΣ, εμμέσως, πλην σαφώς υπέδειξε στους Δικαστές του Α1 τμήματος ποια θα πρέπει να είναι η κρίση τους, για το συγκεκριμένο θέμα”».

Αναμενόμενη ήταν και η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, που ανακοίνωσε πως ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης «με τους τραγικά ερασιτεχνικούς χειρισμούς του μετατρέπεται στον μεγαλύτερο χορηγό της Ακροδεξιάς. Αφού μαζί με το ΠΑΣΟΚ ψήφισε μία τροπολογία, που δυστυχώς αποδείχτηκε φιάσκο, σήμερα έρχεται να διορθώσει το λάθος με ένα μεγαλύτερο λάθος». 

Σύμφωνα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «το μόνο που καταφέρνει ο κ. Μητσοτάκης όμως με αυτές τις συνταγματικές ακροβασίες είναι να προσδίδει αντισυστημικά χαρακτηριστικά και να φουσκώνει τα ποσοστά της ακροδεξιάς. Δεν μας άκουσε όταν προειδοποιούσαμε και απέρριψε την τροπολογία που είχαμε καταθέσει και αποτελούσε την μόνη λύση για τον αποκλεισμό των νεοναζί. Τώρα, σε αυτήν την παρωδία ας αναλάβει μόνος του την ευθύνη».

Από την πλευρά του το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. άφησε αιχμές κατά της κυβέρνησης, αναφέροντας ότι «Αν είχε εισακουστεί η πρότασή μας για εισαγωγή του ζητήματος στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, δεν θα είχαμε φτάσει στις σημερινές δυσάρεστες εξελίξεις. Η νέα, μονομερής και πρόχειρη νομοθετική ρύθμιση της Κυβέρνησης δεν θα χρειαζόταν». 

Στη συνέχεια προσθέτει πως «παρά ταύτα, ως κόμμα του δημοκρατικού τόξου που σθεναρά και παγίως έχει σταθεί απέναντι στον νεοναζισμό, θα συνεισφέρουμε δημιουργικά με γνώμονα την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και όπως δήλωσε πρόσφατα ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης θα αγωνιστούμε για να μη βρει χώρο στη Βουλή το νεοναζιστικό μόρφωμα». 

Ανυποχώρητος ο Βορίδης

Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις, ο υπουργός Εσωτερικών επέλεξε να στρέψει τα πυρά του κατά του ΣΥΡΙΖΑ και να κουνήσει το δάχτυλο προς κάθε κατεύθυνσης, λέγοντας πως «σε δημοκρατικά πολιτεύματα η νομοθέτηση ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και όχι στην επιλογή του κάθε δικαστή».

Η δήλωση Βορίδη

Η Κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν αντιπαρατίθεται με αυτήν. Επισημαίνουμε ότι για μία μείζονος σημασίας επικείμενη κρίση που αφορά την συμμετοχή στις εκλογές κομμάτων που έχουν ως ιδρυτικά τους μέλη ή ως υποψήφιους τους ή ως πραγματικούς αρχηγούς καταδικασμένους για το κακούργημα της ηγεσίας εγκληματικής οργανώσεως, η θέση της Κυβέρνησης είναι απλή: περισσότερα μάτια, εγκυρότερη κρίση, χωρίς καμία εξαίρεση δικαστή του αρμόδιου τμήματος από τη σύνθεση.

Η νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης θωρακίζει την κρίση της Δικαιοσύνης, όποια και αν θα είναι αυτή. Τονίζεται ότι η σύνθεση του Α1 Τμήματος είναι δεδομένη και ουδόλως επηρεάζεται από την κυβερνητική νομοθετική πρωτοβουλία. Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο ότι σε δημοκρατικά πολιτεύματα η νομοθέτηση ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και όχι στην επιλογή του κάθε δικαστή.

Είναι δε μάλλον ανεξήγητη η στάση του ΣΥΡΙΖΑ που προτιμά για ένα τέτοιο ζήτημα κατ’ επιλογήν περιορισμένη σύνθεση δικαστηρίου αντί για την ολομέλεια του δικαστικού σχηματισμού.

Σε ό,τι με αφορά, ουδέποτε προεξόφλησα την κρίση της Δικαιοσύνης, αντιθέτως κατ’ επανάληψη έχω δηλώσει ότι προφανώς δεν μπορώ να την προδικάσω αλλά εξήγησα τον λόγο που κατέστησε αναγκαία την ήδη υφιστάμενη νομοθετική ρύθμιση. Χωρίς αυτήν άλλωστε δεν θα υπήρχε δυνατότητα της σχετικής κρίσεως από το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου.

Παρέμβαση Βενιζέλου

Για το θέμα τοποθετήθηκε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας για «αδιανόητο θεσμικά δημόσιο διάλογο», προτείνοντας να «οριστεί νομοθετικά ως αρμόδιος ο υφιστάμενος μείζων σχηματισμός του Αρείου Πάγου, η Ολομέλεια του» και αναφέροντας ότι ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου θα πρέπει να προβεί σε δήλωση αποχής από οποιαδήποτε σχετική διαδικασία.  

Η δήλωση Βενιζέλου

Η δημόσια αντίδραση του Αντιπρόεδρου του Αρείου Πάγου – Προέδρου του Α1 Τμήματος για τη νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης με την οποία καθορίζεται ο δικαστικός σχηματισμός που θα κρίνει τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 32 της εκλογικής νομοθεσίας ( ΠΔ 26/2012, όπως ισχύει ) και ο αδιανόητος θεσμικά δημόσιος διάλογός του με τον Υπουργό Εσωτερικών, καθιστούν αναγκαίες άμεσες κινήσεις που δεν θα επιτρέπουν σε κανέναν να θέσει, σε οποιοδήποτε επίπεδο, ζητήματα σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα στον νόμιμο δικαστή, τη δικαστική προστασία και ακρόαση και τη νόμιμη δίκη ( άρθρα 8 και 20 παρ.1 Συντ., άρθρο 6 παρ.1 ΕΣΔΑ ) .

Προτείνω να οριστεί νομοθετικά ως αρμόδιος ο υφιστάμενος μείζων σχηματισμός του Αρείου Πάγου, η Ολομέλεια του, κατά τις ισχύουσες ως προς αυτήν ρυθμίσεις.

Θεωρώ αυτονόητο ότι ο κ. Αντιπρόεδρος του ΑΠ θα προβεί σε δήλωση αποχής από οποιαδήποτε σχετική διαδικασία.

Πηγή: efsyn.gr

Φωτογραφία: EUROKINISSI

Διαφήμιση

Κοινοποιήστε:

Διαφήμιση

Δημοφιλή

Διαφήμιση

Περισσότερα Νέα

Μαύρη προπαγάνδα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για το Μάτι

*Του Άγγελου Προβολισιάνου - Προσπαθώντας να αποσείσει την κριτική...

Οι κινητοποιήσεις των αγροτών σταμάτησαν, τα προβλήματα όμως παραμένουν

Οι αγρότες άρχισαν να ξεσηκώνονται στις αρχές του περασμένου...
Διαφήμιση