Κ. Αρβανίτης: Γιατί η συμφωνία – ορόσημο για τον κατώτατο ευρωπαϊκό μισθό μας κάνει αισιόδοξους

Ημερομηνία:

Διαφήμιση

Τρία χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι αρκετά για έναν Ευρωβουλευτή της Αριστεράς να καταλάβει για τα καλά πως στη διάρκεια της πενταετούς θητείας του δεν θα έχει πολλές ευκαιρίες να πανηγυρίσει μια σημαντική πολιτική απόφαση, μια πραγματική αλλαγή πολιτικής.

Η πολιτική επικυριαρχία της Ευρωπαϊκής Δεξιάς και η αυτοκτονική επιλογή της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας να σταθεί σε ρόλο κομπάρσου ενόσω η πρώτη σάρωνε κοινωνικές κατακτήσεις δεκαετιών με ανερμάτιστες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ρήμαξαν το πάλαι ποτέ ισχυρό κοινωνικό κράτος στην Ευρώπη, κορυφώθηκε με την μνημονιακή βαρβαρότητα σε βάρος της χώρας μας στις αρχές της περασμένης δεκαετίες.

Σήμερα, είναι πια φανερό πού οδήγησαν αυτές οι πολιτικές, τι θύελλες θερίζει η ΕΕ των 27 πλέον, αφού υπέκυψε σε κάθε λογής νεοφιλελεύθερη απανθρωπιά, κάθε άνεμο αντικοινωνικής ψευτο-νεωτερικότητας που έσπειρε η Δεξιά στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη.

Δεν είναι λοιπόν υπερβολή τώρα, έπειτα από μια κοπιώδη διαδικασία στην οποία είχα τη χαρά να συμμετάσχω ως σκιώδης εισηγητής εκ μέρους της Ευρωομάδας της Αριστεράς/The Left, να μπορώ κι εγώ να μιλήσω πια για μια συμφωνία – ορόσημο για το μέλλον της Εργασίας στην ΕΕ.

Ο λόγος περί τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Κατώτατο Μισθό, στην οποία κατέληξαν οι διαπραγματευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, φέρνοντας πιο κοντά τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος καθορισμού του ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού.

Είναι χαρακτηριστικό πως στην πρώτη γραμμή της υπό διαμόρφωση Ευρωπαϊκής νομοθεσίας οι θεσμοί βάζουν δύο εξαιρετικής σημασίας χαρακτηριστικά, κεντρικά αιτήματα των εργαζόμενων: την άμεση διασύνδεση των μισθών με ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης αλλά και την προώθηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μέσω της ενίσχυσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Τι σημαίνει στην πράξη αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης είναι ένας κρίσιμος «άγνωστος χ» της πολύπλοκης συνάρτησης που σε λίγο καιρό ελπίζουμε πως θα καθορίζει το μισθολογική βάση στις χώρες της ΕΕ. Ακόμη όμως κι αν στη σύνθετη αυτή συνάρτηση παραμένει ως ένα από τα στοιχεία που την καθορίζουν η «παραγωγικότητα», αγαπημένη έννοια για τους απανταχού φίλους των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς, έχουμε σοβαρές ασφαλιστικές δικλείδες που μας επιτρέπουν βάσιμα να αισιοδοξούμε πως ο τελικός λογαριασμός θα είναι υπέρ των εργαζόμενων:

· Αφενός γίνεται λόγος για ένα «καλάθι αγαθών και υπηρεσιών» σε πραγματικές τιμές. Πρόκειται για ένα στοιχείο «αντικειμενικού υπολογισμού» της «επάρκειας» του κατώτατου μισθού, που αν εφαρμοστεί σωστά θα τον συνδέσει με τις πραγματικές ανάγκες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι σε μια χώρα και τη δυνατότητα του βασικού μισθού να τις καλύπτει.

· Αφετέρου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψιν τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται ευρέως διεθνώς, όπως το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού.

Στην υπό διαμόρφωση πανευρωπαϊκή νομοθέτηση δηλαδή εισάγονται ποσοτικά, κατά το δυνατόν αντικειμενικά κριτήρια για τον εκάστοτε καθορισμό του μισθού βάσης σε κάθε χώρα, κριτήρια που συνδέουν το ύψος του με πραγματικές συνθήκες, πραγματικές ανάγκες, κριτήρια ενιαία και σε κάποιο βαθμό αντικειμενικά. Κριτήρια που με έναν πρώτο και πολύ πρόχειρο υπολογισμό θα μπορούσαμε να πούμε πως θα ανεβάσουν το ύψος του Κατώτατου Μισθού στη χώρα μας λίγο πάνω από τα 800-810 ευρώ, ενώ αναμένεται να αμβλύνουν μισθολογικές αδικίες για κάτι λιγότερο από ένα εκατομμύριο εργαζόμενους (στις 900.000 τους υπολογίζει χονδρικά η ΕΕ).

Στην πραγματικότητα γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση της φτώχειας των μισθωτών και την ενίσχυση του ρόλου των συνδικαλιστικών φορέων ως εκπροσώπων του κόσμου της Εργασίας στην διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης.

Ακόμη σημαντικότερη όμως είναι η πρόνοια για μια «μεταβατική διαδικασία», στο τέλος της οποίας τα κράτη-μέλη ακολουθώντας αυτόνομες πολιτικές θα πρέπει να έχουν εξασφαλίσει ποσοστό κάλυψης των εργαζόμενων με συλλογικές συμβάσεις εργασίας 80%. Με άλλα λόγια, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να περιορίσουν το ποσοστό των εργαζόμενων που δεν προστατεύονται από μια ισχυρή συμφωνία με αμοιβές πάνω από το όριο του καθορισμένου κατώτατου μισθού σε ποσοστό που δεν θα ξεπερνά το 20% του εργατικού δυναμικού.

Η υιοθέτηση σημαντικού μέρους των προτάσεων των Ευρωπαϊκών συνδικάτων, όπως και η θεσμική κατοχύρωση του κεντρικού τους ρόλου στη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης, στέλνει διπλό μήνυμα: αφενός προς τους εργαζόμενους της ΕΕ να μην απεμπολήσουν τη δύναμη της οργάνωσης και της συλλογικής δράσης, και αφετέρου προς τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν το συνδικαλιστικό κίνημα με θεσμικό σεβασμό, ως ισότιμο κοινωνικό εταίρο και όχι με αυταρχικές αντεργατικές νομοθετήσεις όπως η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Με τη σημαντική αυτή συμφωνία η ΕΕ των 27 κάνει ένα αποφασιστικό βήμα απομάκρυνσης από τις μονεταριστικές πολιτικές της φιλελεύθερης χυδαιότητας που οδήγησαν στις μνημονιακές ακρότητες όπως εφαρμόστηκαν στη χώρα μας. Με απλά λόγια: Η Ευρώπη αρχίζει πια να αποκηρύσσει στην πράξη τα μνημόνια και τις πολιτικές που επέβαλαν και που κάποιοι στην Ελλάδα με απύθμενο θράσος μας παρουσίαζαν ως αναγκαία και «σωτήρια» για τον τόπο και τους εργαζόμενους!

Η υπόθεση Ευρωπαϊκός Κατώτατος Μισθός (που στην πραγματικότητα δεν είναι «μισθός» αλλά «μισθοί») δεν τελειώνει εδώ. Το επόμενο διάστημα θα έχουμε πολλή δουλειά προκειμένου η νομοθέτηση αυτή να ολοκληρωθεί με τους λιγότερους δυνατούς συμβιβασμούς, ώστε η οδηγία να πάρει σάρκα και οστά και να γίνει κομμάτι της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αλλά και απαρχή για μια ουσιαστική αλλαγή πολιτικής στην ΕΕ με ακόμη περισσότερες και δικαιότερες πολιτικές για τους εργαζόμενους.

Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που στην Ελλάδα μια κυβέρνηση σε αποδρομή προσπαθεί, όπως κάνει σταθερά τρία χρόνια τώρα, να επαναφέρει από το παράθυρο μνημονιακές ρυθμίσεις χωρίς μνημόνιο! Ενώ η ΕΕ δειλά – δειλά προσπαθεί να αλλάξει πολιτικές και να πείσει ότι έχει πάρει τα μηνύματα των καιρών, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δέσμια επικίνδυνων εμμονών και ακόρεστων ελίτ, τραβά τη χώρα στο μνημονιακό χτες, και τους εργαζόμενους στη φτώχεια.

Και αν κάτι μας διδάσκει η ευχάριστη αυτή Ευρωπαϊκή εξέλιξη, είναι πως και στα Εργασιακά η Κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι μια κυβέρνηση εκτός τόπου και χρόνου, που νομοθετεί παγιδευμένη σε ξεπερασμένες ιδεοληψίες.

Μια κυβέρνηση που πρέπει να φύγει το συντομότερο.

(Ο Κώστας Αρβανίτης είναι ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία)

Πηγή: ieidiseis.gr

Διαφήμιση

Κοινοποιήστε:

Διαφήμιση

Δημοφιλή

Διαφήμιση

Περισσότερα Νέα

Έκθεση-βόμβα από το Λογιστήριο του Κράτους για «γαλάζιες ακρίδες» στο νοσοκομείο Μεταξά

*Του Κώστα Παναγιώτου - Το Documento αποκαλύπτει έκθεση-κόλαφο του...

Τέμπη: Οι ανακρίβειες Βορίδη και τα ψέματα της ΝΔ για την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος

Είναι απορίας άξιο πώς γίνεται να θεωρείται “δυνατό χαρτί”...

ΣΥΡΙΖΑ: Οι μάσκες έπεσαν – Μητσοτάκης και Καραμανλής είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος

Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, καθώς ο...

Η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα καλύψει τις απώλειες της διετίας

*Του Ανδρέα Πετρόπουλου - Η αύξηση του κατώτατου μισθού...
Διαφήμιση