Πέθανε σε ηλικία 98 ετών, ο πρώην πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο.
Είχε γεννηθεί στη Νάπολη στις 29 Ιουνίου 1925 και αμέσως μετά την εγγραφή του στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου της μεγαλούπολης του ιταλικού νότου, έγινε μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Είχε αναπτύξει αντιφασιστική δράση από το 1942.
Εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής το 1953 και παρέμεινε μέλος της ιταλικής βουλής, με εξαίρεση μια μόνο νομοθετική περίοδο, μέχρι το 1996. Η γραμμή του, στο εσωτερικό του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ήταν μετριοπαθής, ανοικτός στον διάλογο με τους σοσιαλιστές, τις προοδευτικές δυνάμεις του κέντρου, αλλά και με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1992 ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο εξελέγη πρόεδρος της ιταλικής βουλής, ενώ το 2005 ορίσθηκε από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρλο Ατζέλιο Τσάμπι ισόβιος γερουσιαστής.
Στις 10 Μαΐου 2006 εξελέγη πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας και μετά τη λήξη της θητείας του, το 2013, ο Ναπολιτάνο δέχθηκε μια περιορισμένης διάρκειας θητεία. Παραιτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2015 και στην προεδρία της Δημοκρατίας τον διαδέχθηκε ο Σέρτζιο Ματαρέλα.
Ως πρόεδρος της Δημοκρατίας κλήθηκε να διαχειριστεί κρίσιμες φάσεις της νεότερης ιταλικής ιστορίας, με κυριότερη την παραίτηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι από την πρωθυπουργία και τη διαδοχή του από τον τεχνοκράτη οικονομολόγο Μάριο Μόντι, το Νοέμβριο του 2011.
Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας
Την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έλαβε μέρος στην Ιταλική αντίσταση (Resistenza italiana).[26] Το 1944 ήρθε σε επαφές με μέλη της κομμουνιστικής ομάδας της Νάπολης, ενώ βοήθησε στην άφιξη στην πόλη του προέδρου του Κομμουνιστικού Κόμματος, Παλμίρο Τολιάτι. Τον επόμενο χρόνο (1945) έγινε και επίσημα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI – Partito Comunista Italiano). Υπήρξε μέλος της Γραμματείας του Ιταλικού Οικονομικού Κέντρου της Νότιας Ιταλίας, ενώ το 1953 εξελέγη για πρώτη φορά στην Βουλή των Αντιπροσώπων (Camera dei Deputati).[27] Το 1956 έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος, κατά το 8ο συνέδριο, υπό την υποστήριξη του ίδιου του Τολιάτι.
Την περίοδο της εισβολής της Σοβιετικής Ένωσης στην Ουγγαρία το 1956, ο Ναπολιτάνο θα εναρμονιστεί με την επίσημη θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, το οποίο τάχθηκε υπέρ της βίαιης καταστολής των Ούγγρων διαδηλωτών. Αργότερα, στην αυτοβιογραφία του (Dal PCI al socialismo europeo) θα εμφανιστεί μετανιωμένος για τη θέση του αυτή, για την οποία δήλωσε πως ένιωθε μια «σοβαρή αυτοκριτική τιμωρία». Αργότερα, οι πολιτικές του θέσεις επηρεάστηκαν βαθιά από τον Τζόρτζιο Αμεντόλα, ηγέτη της δεξιάς πτέρυγας του Κομμουνιστικού Κόμματος, που υποστήριζε την απαγκίστρωση του Κόμματος από την Σοβιετική Ένωση και την στροφή προς τον Ευρωκομμουνισμό.
Μεταξύ του 1963 και του 1966 υπήρξε γραμματέας της τοπικής επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Νάπολη. Μετά το 10ο συνέδριο του Κόμματος, ο Ναπολιτάνο ανέλαβε θέση συντονιστή του γραφείου του Γραμματέα και του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος (1966 έως 1969).
Μεταξύ 1969 και 1975 αναλαμβάνει υπεύθυνος της επιτροπής του κόμματος για θέματα πολιτισμού, ενώ από το 1976 έως το 1979 ήταν υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική του κόμματος, αλλά και η επίσημη φωνή του κόμματος για τις σχέσεις του με την Κυβέρνηση Αντρεότι. Μεταξύ 1981 και 1986 υπήρξε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του PCI στην Κάτω Βουλή, ενώ από το 1989 έως το 1992 ευρωβουλευτής.[27]
Παρέμεινε στο Κομμουνιστικό Κόμμα μέχρι και τη διάλυσή του το 1991.
Ηγέτης των miglioristi
Το 1964, στις συζητήσεις που ακολούθησαν τον θάνατο του Τολιάτι, υποστήριξε πιο μετριοπαθείς θέσεις, πιο κοντά προς αυτές του μεσαίου χώρου. Έτσι ο Ναπολιτάνο θα μετατραπεί σε ηγετική μορφή της λεγόμενης, σκωπτικά από τους αντιπάλους τους, «corrente migliorista», μιας πολιτικής πτέρυγας του Κομμουνιστικού Κόμματος επηρεασμένης από τις ρεφορμιστικές τάσεις του Αμεντόλα. Σύμφωνα με τους «miglioristi», ο στόχος ήταν η βελτίωση (miglioramento) του καπιταλιστικού συστήματος εκ των έσω, μέσω σταδιακών μεταρρυθμίσεων αντί επαναστατικών δράσεων. Για τον λόγο αυτό, προωθούσαν τον διάλογο με τα πιο μετριοπαθή κεντροαριστερά κόμματα παρά με τα νέα κόμματα και κινήματα της παραδοσιακής Αριστεράς που ήταν πιστά στον μαρξισμό.
Ο Ναπολιτάνο μαζί με τον Νικολάε Τσαουσέσκου το 1974.
Ως ηγέτης των «miglioristi» καταδίκασε την εισβολή της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, θέση που υιοθετήθηκε και από το σύνολο του κόμματος. Οι miglioristi έλαβαν αρνητική κριτική από την αριστερή πτέρυγα του PCI, ενώ ήρθαν σε κόντρα και με τον ίδιο τον Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος, Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, παρά τις προσπάθειές του για χειραφέτηση του κόμματος από τη Μόσχα, επικρίνοντας τον για σταδιακή υποχώρησή του από τις θέσεις του «ιστορικού συμβιβασμού» (compromesso storico) και την εχθρική του στάση προς τον Μπετίνο Κράξι, κατηγορώντας τον πως άφηνε έτσι τον ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος να μονοπωλεί τη «νεωτερικότητα» στην πολιτική. Διάφορες κριτικές κατά των miglioristi επισημαίνουν πως με την στάση τους αυτή χρησιμοποιήθηκαν από τον Κράξι ως εργαλείο κατά του Μπερλινγκουέρ. Μετά τον θάνατο του Μπερλινγκουέρ, ο Ναπολιτάνο φερόταν ως ένας από τους πιθανούς υποψήφιους για τη θέση του Γραμματέα του Κόμματος, αλλά στη θέση αυτή προτιμήθηκε ο Αλεσάντρο Νάτα.
Σταδιακά η φήμη του Ναπολιτάνο μεγάλωσε και εκτός Ιταλίας. Ο Ναπολιτάνο έδωσε μια σειρά διαλέξεων σε πανεπιστήμια στην Ευρώπη. Τα μέσα της δεκαετίας του 1970 οι ΗΠΑ αρνήθηκαν την παραχώρηση βίζας ώστε να ταξιδέψει για μια διάλεξη στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης.
Το 1978 θα αποκτήσει τελικά την άδεια να παρευρεθεί στις ΗΠΑ για διαλέξεις, κάνοντας τον έτσι τον πρώτο ηγετικό στέλεχος Κομμουνιστικού κόμματος που λάμβανε βίζα από της Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ και τη δεκαετία του 1980, ύστερα και από μεσολάβηση του Τζούλιο Αντρεότι, θα μπορέσει να παραδώσει μια νέα σειρά διαλέξεων στα πιο έγκριτα πανεπιστήμια των ΗΠΑ.
Μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος της Αριστεράς
Μετά τη διάλυση του Κομμουνιστικού Κόμματος, προσχώρησε στις τάξεις του Δημοκρατικού Κόμματος της Αριστεράς (PDS – Partito Democratico della Sinistra), το οποίο δημιουργήθηκε το 1991 ως εξέλιξη του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, δημοκρατικό-σοσιαλιστικής κατεύθυνσης. Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του το 1992, είχε την παλιά πεποίθηση πως το PCI είχε αργήσει «…να μετατραπεί σε ένα ευρωπαϊκό δημοκρατικό σοσιαλιστικό κόμμα…»
Πηγή: left.gr
Φωτογραφία: AP Photo/Andrew Medichini