*Του Γιάννη Μυλόπουλου
Κάθε χρόνο στο βήμα της ΔΕΘ ανανεώνονται οι προσδοκίες των πολιτών για μια καλύτερη και δικαιότερη οικονομική πολιτική που να σκέφτεται και να μεριμνά εκτός από τους ισχυρούς και για τη μεσαία και χαμηλή τάξη που συνήθως συνθλίβεται ανάμεσα στους μεγάλους και ξεχνιέται την επομένη των εκλογών.
Ειδικά φέτος, έχοντας ήδη πίσω μας μια πρωτοφανή ακρίβεια και έναν πρωτοφανή πληθωρισμό, πολύ μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό, που οφείλεται σε μια ενεργειακή κρίση στην οποία η Ελλάδα πρωταγωνιστεί ως προς τις συνέπειες, έχοντας τη θλιβερή πρωτιά να διαθέτει τους ακριβότερους λογαριασμούς ρεύματος και βενζίνης από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι προσδοκίες από την ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ γίνονται ακόμη μεγαλύτερες.
Και μεγαλώνουν ακόμη περισσότερο, αν σκεφτεί κανείς ότι φέτος έχουμε μπροστά μας έναν σκληρό χειμώνα μεγάλης ενεργειακής φτώχειας. Ο οποίος προφανώς απειλεί κατά προτεραιότητα τις πιο αδύναμες και τις πιο φτωχές χώρες, όπως βέβαια και εκείνες που επλήγησαν περισσότερο μέχρι σήμερα από την ενεργειακή κρίση. Με την Ελλάδα να βρίσκεται πρώτη στον… προνομιακό χώρο των κατά προτεραιότητα μεγαλύτερων υποψήφιων θυμάτων.
Φέτος ειδικά που είναι και προεκλογική χρονιά δεν μπορεί, κάτι παραπάνω θα πρέπει να υποσχεθεί ο πρωθυπουργός της χώρας. Ο οποίος, για να μην ξεχνιόμαστε, εξελέγη με υποσχέσεις για ανάπτυξη, επενδύσεις, καλύτερες δουλειές, καλύτερους μισθούς και λιγότερη φορολόγηση για τους πολίτες. Υποσχέσεις που παραμένουν τέτοιες τρία ολόκληρα χρόνια μετά, κατά τη διάρκεια της τελευταίας χρονιάς της θητείας του.
Πρώτη ερώτηση λοιπόν που ο μέσος πολίτης θα ήθελε να κάνει στον πρωθυπουργό, είναι πως σχεδιάζει να αντιδράσει στο γεγονός ότι η Ελλάδα των χαμηλών μισθών έχει γίνει επί των ημερών του η ακριβότερη χώρα της Ευρώπης.
Τι θα κάνει δηλαδή επιπλέον των όσων θα αποφασίσει η Ευρώπη, ώστε οι Έλληνες να έρθουμε τουλάχιστον στην ίδια αφετηρία, όσον αφορά στην ακρίβεια και στον πληθωρισμό, με τους ευρωπαίους συμπολίτες μας;
Κι ακόμη, αν επιπλέον των επιδοτήσεων, που όσες κι αν μοιράσει θα χαθούν, γιατί πηγαίνουν κατευθείαν στις μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις, θα κάνει κάτι ώστε να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας και των καυσίμων;
Στη Γαλλία, π.χ. ακούμε ότι ο ομοϊδεάτης με τον δικό μας πρωθυπουργό, ο πρόεδρος Μακρόν, κρατικοποίησε τη Γαλλική ΔΕΗ, ώστε ο κράτος να ελέγχει μέσω αυτής την ενεργειακή αγορά. Ενώ εμείς ακόμη περιμένουμε τις υποσχέσεις για… αυτορρύθμιση της αγοράς και μείωση τιμών.
Θα κάνει λοιπόν κάτι ο πρωθυπουργός για να ελεγχθεί η κερδοσκοπία και η αισχροκέρδεια της αγοράς που μας έχουν γονατίσει; Ή θα συνεχίσουμε να περιμένουμε την αγορά να αυτορρυθμιστεί, όπως οι ήρωες του Μπέκετ περιμένουν μάταια τον Γκοντό να εμφανιστεί στο ομώνυμο θεατρικό έργο;
Και επιπλέον, για να υλοποιήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις ο πρωθυπουργός, πότε σκέφτεται να μειώσει τις υψηλές φορολογίες των ειδών πρώτης ανάγκης και των καυσίμων, όπως έκαναν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και ελάφρυναν τους πολίτες τους;
Και πότε φορολογήσει επιτέλους τα υπερκέρδη των ενεργειακών επιχειρήσεων, όπως υποσχέθηκε εδώ και καιρό; Τα οποία εντωμεταξύ βέβαια αυξάνονται και πληθύνονται και κατακυριεύουν τα ταμεία των ευνοημένων παραγωγών και παρόχων του ρεύματος, που είναι οι μόνοι που κερδίζουν από τη δική μας φτώχεια και τη δική μας δυστυχία.
Και τέλος καλά τα Χρηματιστήρια Ενέργειας, τα οποία, άλλωστε, όπως όλοι γνωρίζουμε μας επέβαλε η ευρωπαϊκή πολιτική. Αλλά γιατί το δικό μας Χρηματιστήριο είναι το μόνο στην Ευρώπη όπου το 100% των πηγών του ρεύματος εξαρτιέται από το πανάκριβο φυσικό αέριο; Γιατί δηλαδή η υπόλοιπη Ευρώπη έχει εισαγάγει ένα μικρό ποσοστό, μικρότερο του 29% των ενεργειακών πηγών της στο Χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα η εξάρτηση από τις τιμές του φυσικού αερίου να αφορά σε ένα μικρό μόνο μέρος της κατανάλωσης ρεύματος;
Κι επειδή είναι πιθανό, αν βέβαια ερωτηθεί, να απαντήσει ότι φταίει ο κακός ΣΥΡΙΖΑ που το νομοθέτησε, θα θέλαμε να ρωτήσουμε γιατί η δική του κυβέρνηση που είναι καλή δεν το άλλαξε; Δεδομένου μάλιστα ότι η προηγούμενη κυβέρνηση το νομοθέτησε ως μνημονιακή υποχρέωση και μάλιστα εκτός συνθηκών ενεργειακής κρίσης, με κρατική ΔΕΗ και με σταθερή για χρόνια τιμή ρεύματος.
Τώρα λοιπόν που άλλαξαν τα πράγματα, που έφυγαν οι «κακοί» και ήρθαν οι «καλοί» και επιπλέον έχουμε και τη χειρότερη ενεργειακή κρίση που είχαμε ποτέ, γιατί δεν αλλάζει η κυβέρνηση την ενεργειακή πολιτική υπέρ των πολιτών; Γιατί δεν κάνει ό,τι έκαναν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να προστατέψουν τους πολίτες και επιμένει να προστατεύει αποκλειστικά και μόνο την ολιγαρχία των ολιγοπωλίων;
Τι σκέφτεται τελικά ο πρωθυπουργός της χώρας να κάνει για την ενεργειακή κρίση, εκτός από το να διαπιστώνει το πρόβλημα και να κρύβεται πίσω από την Ευρώπη; Η οποία όμως ήδη έχει κάνει πολλά για τους δικούς της πολίτες, τα οποία η ελληνική κυβέρνηση αρνείται ακόμη και σήμερα να υλοποιήσει.
Η δεύτερη ερώτηση που ο καθένας θα ήθελε να υποβάλει στον πρωθυπουργό αφορά ασφαλώς στη Θεσσαλονίκη.
Και πιο συγκεκριμένα αφορά σε ένα έργο πνοής για μια πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων που ακόμη παραμένει όμηρος των λεωφορείων του ΟΑΣΘ. Ένα έργο που ξεκίνησε το 2006 και ακόμη υποσχέσεις ακούμε για την ολοκλήρωσή του.Γιατί λοιπόν δεν ολοκλήρωσε η δική του κυβέρνηση, μετά το 2019, τις εργασίες του Μετρό, ώστε να υλοποιηθεί η λειτουργία του στο τέλος του 2020, όπως και η Αττικό Μετρό και ο εργολάβος είχαν συμφωνήσει και μάλιστα το δήλωναν δημοσίως;
Γιατί επέλεξε ο πρωθυπουργός να αλλάξει τον σχεδιασμό ενός έργου που αλλιώς θα λειτουργούσε σήμερα ήδη από το 2020;
Κι επειδή η απάντηση, αν κάποιος βέβαια ρωτούσε τον πρωθυπουργό κάτι τέτοιο, θα ήταν ότι φταίει η κακός ΣΥΡΙΖΑ που έλεγε ψέματα ότι το έργο θα τελείωνε, θα τον ρωτούσαμε το εξής: Γιατί αυτός που είναι καλός δεν βελτίωσε εκείνον τον «κακό» σχεδιασμό για να τελειώσει το έργο μια ώρα αρχύτερα, παρά μόνο τον ανέτρεψε, για να προσθέσει τουλάχιστον άλλα 3 χρόνια καθυστέρησης στο έργο;
Δεδομένου ότι σύσσωμος ο τεχνικός κόσμος υποστήριζε ότι ο προηγούμενος σχεδιασμός, που διατηρούσε τα αρχαία στη θέση τους
αμετακίνητα, ήταν και επιστημονικά αποδεκτός και τεχνικά εφικτός, μια και είχε εφαρμοστεί ήδη σε πολλά Μετρό στον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στο σταθμό Μοναστηράκι στην Αθήνα.
Η εφαρμογή του, άλλωστε, έδινε και ένα επιπλέον πλεονέκτημα που χάθηκε εξ αιτίας της ανατροπής του: Αν ο εργολάβος δεν παρέδιδε το έργο σε λειτουργία στο τέλος του 2020, θα πλήρωνε εκείνος ρήτρες στο δημόσιο.
Σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει τώρα που, επειδή η κυβέρνηση άλλαξε τον σχεδιασμό και το έργο καθυστερεί με δική της ευθύνη, είναι τώρα η Αττικό Μετρό που πληρώνει 1,5 εκατομμύριο ευρώ το μήνα σαν αποζημίωση στον εργολάβο.
Κι ύστερα, τόσο πολύ άξιζαν να καταστραφούν τα αρχαία της Βενιζέλου, ώστε να πρέπει το δημόσιο να πληρώνει κι από πάνω;
Κι ακόμη, τι λέει ο σημερινός πρωθυπουργός που σήκωσε ψηλά τη σημαία της πατρίδας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών που έκλεψε το όνομα της Μακεδονίας μας, για τη μοναδική στον κόσμο καταστροφή ενός μνημείου ηλικίας 15 αιώνων που θα ήταν αδιάψευστος και αυθεντικός μάρτυρας της ιστορικής συνέχειας της Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης;
Τι έχει να πει ο πρωθυπουργός που πρωτοστάτησε στην απόσπαση και μεταφορά αλλού του μνημείου στη διεθνή επιστημονική κοινότητα που διαμαρτυρήθηκε έντονα γι’ αυτή την καταστροφή;
Θα υπάρξει κάθαρση στο σκάνδαλο του Μετρό Θεσσαλονίκης;
Οι πολίτες θα ήθελαν όμως να υποβάλουν και μια τρίτη ερώτηση στον πρωθυπουργό, τώρα που θα έρθει στη ΔΕΘ.
Εκτός από τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, το Νίκο Ανδρουλάκη, τον δημοσιογράφο Κουκάκη και τώρα μαθαίνουμε και τον βουλευτή και τομεάρχη του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστο Σπίρτζη, ποιους άλλους παρακολουθούσε η ΕΥΠ, με δική του πολιτική ευθύνη, τόσον καιρό και μάλιστα με το παράνομο λογισμικό Predator;
Θα λογοδοτήσει κανείς γι’ αυτή την κατάφωρα παράνομη, αντισυνταγματική και εναντίον του πολιτεύματος δραστηριότητα της ΕΥΠ;
Κι ο ίδιος, ως πρωθυπουργός που από μόνος του ανέλαβε την ευθύνη της ΕΥΠ, είναι δυνατόν να μην αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για μια τέτοια αντιδημοκρατική και συγχρόνως και αξιόποινη πράξη;
Θα υπάρξει κάθαρση για ένα έγκλημα κατά της Δημοκρατίας, όπως ο διεθνής τύπος το κατονομάζει;
Επειδή όμως κανείς δεν πρόκειται να ενοχλήσει τον πρωθυπουργό με τόσο… δύσκολες ερωτήσεις για να τον αναγκάσει και να απαντήσει, οι πολίτες θα ήθελαν κάποιος τουλάχιστον να του διαμηνύσει ότι τρία χρόνια δούλεμα είναι αρκετά.
Με τόσες αναπάντητες ερωτήσεις, ο χρόνος του πρωθυπουργού τελείωσε.
“GAME IS OVER”, όπως θα έλεγαν και οι New York Times, η Washington Post, ο Guardian, το BBC, το Politico, η Figaro, η Republica και η Deutsche Welle που έχουν αναλάβει το ρόλο του αντιπολιτευόμενου τύπου σε μια χώρα που τα ΜΜΕ ελέγχονται ασφυκτικά και ο πλουραλισμός και η ελευθεροτυπία στραγγαλίζονται από μια απολυταρχική και αυταρχική κυβέρνηση.
Πηγή: tvxs.gr