«Αγκού» και ποστάρισμα: τα παιδιά, δολώματα των likes…

Ημερομηνία:

Διαφήμιση

*Της Ντίνας Δασκαλοπούλου –

«Αν το ήξερε τώρα αυτό, θα μου έκοβε την καλημέρα» -όπου περιχαρής γονιός ποστάρει τη φωτογραφία του υιού κι άλλοι εξίσου περιχαρείς γονείς εγκωμιάζουν το τέκνο τε και το γεννήτορα αυτού πρώτον, διότι το τέκνο είναι το 8ο θαύμα του κόσμου, δεύτερον διότι ο γονέας εποίησε το θαύμα και –τρίτον και σημαντικότερον– διότι αγνόησε την επιθυμία του 16χρονου και μοιράστηκε με τους διαδικτυακούς φίλους τη φωτογραφία του. Κανονικά, ο γιος όχι μονάχα θα μπορούσε να κόψει την καλημέρα στον γονιό, αλλά μέχρι και να κινηθεί νομικά εναντίον της – κάτι που ήδη έχουν κάνει παιδιά σε άλλες χώρες, για να αμυνθούν απέναντι στην αδηφάγο επιθυμία των γονιών τους να τα εκθέτουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προς άγραν likes.

Παιδιά στο βουνό ή στη θάλασσα, παιδιά στην παρέλαση ή μπροστά στο χριστουγεννιάτικο δέντρο, παιδιά που ποζάρουν κι άλλα που φωτογραφίζονται εν αγνοία τους, παιδιά σε στιγμές επιτυχίας κι άλλοτε σε στιγμές αμηχανίας. Προσωπικές πληροφορίες για τον Γιαννάκη ή την Αννούλα για τις επιδόσεις τους στο σχολείο, για τις σχέσεις τους με τους γονείς ή τους συμμαθητές τους, ακόμα και για πιθανά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν γίνονται δημόσιες, χωρίς καν οι πρωταγωνιστές των ιστοριών να έχουν ερωτηθεί αν επιθυμούν ή όχι. Σύμφωνα με έκθεση της Βρετανίδας επιτρόπου για τα Παιδιά, Anne Longfield, για κάθε παιδί μέχρι να φτάσει τα 13 χρόνια του, οι γονείς του έχουν δημοσιεύσει 1.300 φωτογραφίες και βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – μοιράζονται δηλαδή με γνωστούς και αγνώστους, κατά μέσο όρο, 100 στιγμιότυπα της ζωής του παιδιού τους κάθε χρόνο.

«Τα ψηφιακά αποτυπώματα των δεδομένων τους ξεκινούν από τη στιγμή που οι γονείς τους ανεβάζουν περήφανα αυτή την πρώτη φωτογραφία μωρού στα social media», αναφέρει η Longfield, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τη δημοσιοποίηση δεδομένων ανηλίκων. «Η διακίνηση προσωπικών πληροφοριών αυξάνεται δραματικά, όταν τα ίδια τα παιδιά αρχίζουν να ασχολούνται με αυτές τις πλατφόρμες: κατά μέσο όρο, δημοσιεύουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης 26 φορές την ημέρα – συνολικά σχεδόν 70.000 δημοσιεύσεις μέχρι την ηλικία των 18 ετών. Αυτό που δεν γίνεται κατανοητό είναι το πως τα προσωπικά δεδομένα που συγκεντρώθηκαν στην παιδική ηλικία μπορούν να χρησιμοποιηθούν, για να διαμορφώσουν τις εμπειρίες και τις προοπτικές ενός ατόμου μακροπρόθεσμα – προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Οι εκπαιδευτικές επιδόσεις στην ηλικία των τεσσάρων παίζουν κάποιο ρόλο στα αποτελέσματα της αίτησης των παιδιών, για να γίνουν δεκτά στο πανεπιστήμιο; Οι αγοραστικές συνήθειες των γονιών τους επηρεάζουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στις οποίες απευθύνεται η διαφήμιση που βλέπουν; Θα μπορούσαν τα προσωπικά δεδομένα σχετικά με την υγεία τους να επηρεάσουν την ικανότητά τους να συνάπτουν ασφάλιση στο μέλλον;».

Μπορεί όλα αυτά να ανάγονται σε ένα απώτερο μέλλον, ας μείνουμε λοιπόν εστιασμένοι στο παρόν. Πώς αλήθεια θα νιώθατε εσείς, αν η μητέρα σας πόσταρε φωτογραφία σας, για να μάθει το πανελλήνιο ότι σας ήρθε η πρώτη σας περίοδος (κι εκείνη θυμάται πόσο κοιλοπόναγε πριν 12 χρόνια); ‘Η αν αποφάσιζε ο πατέρας σας πως η καλύτερη μέθοδος για να ξεπεράσετε το τραύλισμα είναι να μοιραστείτε με όλους το πρόβλημα που αντιμετωπίζετε (μόνο που εσείς δεν το λέτε και το κάνει εκείνος για λογαριασμό σας); Ή, ακόμα και πιο απλές, αλλά πάντα πληροφορίες που αφορούν την απολύτως δική σας ζωή – και ενδεχομένως δεν θέλετε να ξέρουν οι άλλες μαμάδες, μπαμπάδες του σχολείου και η θεία σας στο χωριό; Αυτό ακριβώς είναι το φαινόμενο που, το 2012, η Wall Street Journal αποκάλεσε «oversharenting» και σήμερα αποκαλείται «sharenting» – το ποστάρισμα υλικού από τη ζωή των παιδιών στα σόσιαλ μίντια.

Πριν από 6 χρόνια, το «The Atlantic» δημοσίευσε την έκθεση του ψυχολόγου Jean Twenge, με το ερώτημα ως τίτλο «Τα έξυπνα κινητά έχουν καταστρέψει μια γενιά;». Η γενιά για την οποία μιλούσε γεννήθηκε από το 1995 έως το 2012 – την οποία ονόμασε «iGen», είναι τα παιδιά που μεγάλωσαν με smartphones και έκαναν λογαριασμούς στο Instagram πριν καν πάνε στο γυμνάσιο. «Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η iGen βρίσκεται στο χείλος της χειρότερης κρίσης ψυχικής υγείας εδώ και δεκαετίες», έγραψε ο Twenge. «Μεγάλο μέρος αυτής της επιδείνωσης μπορεί να οφείλεται στα τηλέφωνά τους», ισχυρίζεται ο επιστήμονας, παραθέτοντας μελέτες και απλώς συνδέοντας δεδομένα, για να καταλήξει ότι η τάση των παιδιών προς την κατάθλιψη συνδέεται με τη χρήση smartphones και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μια απολύτως επί της οθόνης ζωή δηλαδή. Εκτός όμως από τα ίδια τα παιδιά, τι σημαίνει άραγε για τις ζωές τους ότι και οι γονείς τους μπορεί να τα υπερεκθέτουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;

Η Ιωάννα Χουλιαρά είναι δημοσιογράφος στις Αττικές Εκδόσεις, υπεύθυνη για το site «TheMamagers.gr», μια από τις πιο δημοφιλείς εδώ και χρόνια ιστοσελίδες για θέματα γονεϊκότητας. Τη ρωτάμε πόσο συχνό είναι το φαινόμενο στην Ελλάδα οι γονείς να μοιράζονται στιγμιότυπα από τη ζωή των παιδιών τους. «Υπάρχει υπερέκθεση των παιδιών στα social media από αυτούς τους γονείς στην Ελλάδα, όπως και στο εξωτερικό. Εμείς μεγαλώσαμε βλέποντας άκομψες φωτογραφίες, βίντεο με μια τούμπα που φάγαμε ή το κλάμα μας στην κολυμπήθρα σε μια οικογενειακή συγκέντρωση. Το “ρεζιλίκι” που νιώθαμε δεν έβγαινε εκτός σπιτιού. Τα σημερινά παιδιά το μοιράζονται με όλο τον κόσμο. Μια απλή αναζήτηση στο TikTok θα σου δείξει παιδιά να πέφτουν, να λένε κάτι περίεργο στους γονείς τους, να έχουν μουτζουρωθεί. Στιγμές αστείες, σε κάποιες περιπτώσεις άβολες και –σε αρκετές περιπτώσεις– στιγμές που σε κάνουν να σκέφτεσαι “γιατί το μοιράστηκε;”. Αυτά τα παιδιά στην εφηβεία θα έχουν το βάρος του διαδικτυακού παρελθόντος τους, κάποια μπορεί να έχουν γίνει διάσημα από αυτό, κάποια θα αγχωθούν να το υποστηρίξουν, κάποια θα παλεύουν να το βγάλουν από πάνω τους».

«Mom.Uncharted» -στα ελληνικά θα αποδίδαμε την ονομασία της ιστοσελίδας της ως «μαμά σε αχαρτογράφητα νερά». Η Σάρα Ανταμς, από το 2021, έχει γίνει εξαιρετικά δημοφιλής, αφού εμφανίζεται σε ειδησεογραφικά μέσα, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και έντυπα σε όλο τον κόσμο, με τα βίντεο και τα άρθρα της να κοινοποιούνται εκατομμύρια φορές. Το θέμα που ερευνά είναι τι σημαίνει τα «παιδιά περιεχόμενο» να μεγαλώνουν σε δημόσια θέα. «Το να χρησιμοποιούμε τη ζωή των παιδιών ως μέσο ψυχαγωγίας για αγνώστους στο Διαδίκτυο έχει γίνει κατά κάποιον τρόπο φυσιολογικό -εγώ θα ήθελα να σκεφτούμε ότι φυσιολογικό είναι να θέτουμε σε προτεραιότητα το δικαίωμα του παιδιού στην ιδιωτική ζωή, την ενημερωμένη συγκατάθεσή του, την κριτική σκέψη και την ψηφιακή ασφάλεια έναντι της επιθυμίας του γονέα για διαδικτυακή φήμη».

«Κάποιοι διάσημοι γονείς έχουν επιλέξει να φωτογραφίζονται δίπλα στα παιδιά τους και για εμπορικούς σκοπούς, πέρα από τα likes και τα views», μας λέει η Χουλιαρά. «Μερικά από τα πιο δημοφιλή άρθρα σε ελληνικά life style sites έχουν τίτλο “Δες τον γιο του τάδε στο Instagram”». Τα μηνύματα των αναγνωστών ποικίλλουν. Ενώ τα άρθρα δέχονται πολλά clicks, όσοι επιλέγουν να σχολιάσουν, θα γράψουν «δεν με νοιάζει». Ασχέτως, πάντως, με το εάν ενδιαφέρει τον κόσμο ή όχι να παρακολουθεί τη διαδικτυακή ζωή των παιδιών κάποιου, οι ίδιοι οι γονείς σε πολλές περιπτώσεις επιλέγουν να φτιάξουν στα social media ένα φωτογραφικό άλμπουμ με την καθημερινότητα με τα παιδιά τους. Τι έφαγαν, πού πήγαν βόλτα, τι φόρεσαν, πότε κοιμήθηκαν και εάν έφαγαν ή όχι. Κάποιοι έχουν συγκεκριμένο κοινό, επειδή μοιράστηκαν μια πολύ προσωπική τους πληροφορία, π.χ. ότι έκαναν παιδί μετά τα 40, είναι single γονείς κ.ο.κ.».

H Χουλιαρά ωστόσο εντοπίζει και μια θετική πλευρά στο sharenting των momInfluencers. «Στην Ελλάδα, υπάρχουν 10-15 μαμάδες με μεγάλο κοινό – έχουν δημιουργήσει μια διαδικτυακή κοινότητα μαμάδων, με τις οποίες μοιράζονται συμβουλές, ανησυχίες, συζητήσεις για θέματα που κάποτε συζητούσαμε μόνο με τη μαμά μας. Φέρνουν στη δημόσια συζήτηση ζητήματα, για τα οποία κάποτε οι γυναίκες ντρέπονταν να μιλήσουν –όπως π.χ. για την επιλόχειο κατάθλιψη–, φέρνουν στο προσκήνιο εικόνες με δύναμη, βοηθούν τις μαμάδες που συχνά νιώθουν παραμελημένες από το κράτος να νιώσουν ότι “δεν είναι μόνες”, ότι κι άλλες κλαίνε κι άλλες δεν μπορούν να περπατήσουν στο πεζοδρόμιο με το καρότσι κι άλλες δυσκολεύονται να επιστρέψουν μετά τη γέννα σε μια δουλειά που δεν στηρίζει τη νέα μαμά. Κάτω από τις φωτογραφίες με χαριτωμένα μουτράκια -έστω και δίπλα σε πληρωμένα προϊόντα-, οι μαμάδες ταυτίζονται, απομυθοποιούν, γίνονται πιο δυνατές και προσπαθούν να γίνουν καλύτεροι γονείς από τους δικούς τους. Οι τάσεις δημιουργούνται πλέον στο διαδίκτυο, τα πρότυπα και τα parenting styles δίνονται στο ευρύ κοινό από τις Influencers. Παλιά χρειαζόταν απλά η γειτονιά, σήμερα η γειτονιά είναι πιο μεγάλη. Και, όπως συνέβαινε και κάποτε, τα παιδιά ακόμα συζητιούνται στη γειτονιά. Ο αντίκτυπος που θα έχει αυτή η πολύ πιο προβεβλημένη (διαδικτυακή) συζήτηση στα νέα παιδιά θα είναι, όπως πάντα, η “κληρονομιά” της εποχής τους».

Οι mominfluencers που καμαρώνουν με… το αζημίωτο

Η Σάρα Πίτερσεν αρθρογραφεί για τη μητρότητα και τον φεμινισμό στους New York Times, το Harper’s Bazaar, την Washington Post και αλλού, διερευνώντας τη λατρεία της ιδανικής μητρότητας. Με εργαλείο της την ανάλυση της δημοφιλούς κουλτούρας και συνεντεύξεις με εξέχουσες μαμάδες και επιστήμονες, στο βιβλίο της «Momfluenced: Inside the Maddening, Picture-Perfect World of Mommy Influencer Culture», ανατέμνει ένα καινούργιο φαινόμενο -τις μητέρες που γίνονται influencers, δημοφιλείς δηλαδή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιώντας ως μέσο ακριβώς το γεγονός ότι γίνονται μητέρες-, πολλές δε όχι μονάχα για τη χαρά τού να καμαρώνουν τα πρώτα δοντάκια ή «αγκού» του μωρού τους, αλλά και να βγάζουν χρήματα από αυτό, πουλώντας από πάνες και βρεφικές τροφές μέχρι υπηρεσίες για baby yoga.

«Πώς η κουλτούρα momfluencer επηρεάζει ψυχολογικά τις γυναίκες ως καταναλωτές, ως ερμηνευτές των ιστοριών τους και ως μητέρες;» – από αυτό το ερώτημα εκκινεί η Πίτερσεν, για να υποστηρίξει πως «στο Instagram η μητρότητα μετατρέπεται σε δημόσια παράσταση, αποφέροντας δισεκατομμύρια δολάρια. Το μήνυμα είναι απλό: απέχουμε μόλις μερικά κλικ μακριά από μια καλύτερη, πιο όμορφη εμπειρία μητρότητας […], μας κάνουν να θέλουμε να ξεχνάμε ότι η πραγματικότητα της μητρότητας στην Αμερική είναι μια απομονωτική, εξαντλητική, σχεδόν εντελώς αστήρικτη προσπάθεια. Σε μια κουλτούρα που αρνείται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα των μητέρων, είναι ωραίο να κάνετε κλικ στο “αγοράστε τώρα” σε ό,τι μπορεί να πουλάει μια momfluencer. Είναι ωραίο να ελπίζεις». Αναλύοντας την κατασκευή της ιδανικής μαμάς στο διαδίκτυο, η Πίτερσεν υποστηρίζει πως οι momfluencers «δεν πουλάνε στις μητέρες απλώς τα οφέλη των πάνας από μπαμπού, αλλά και το όνειρο της μητρότητας, ένα όνειρο μπλεγμένο στη λευκότητα, τον καπιταλισμό και την ετεροτυπική πυρηνική οικογένεια», ορίζοντας τι σημαίνει μητρότητα.

Πηγή: efsyn.gr

Διαφήμιση

Κοινοποιήστε:

Διαφήμιση

Δημοφιλή

Διαφήμιση

Περισσότερα Νέα

Δώρο της κυβέρνησης στον εγχώριο φασισμό

Η είδηση είναι σοκαριστική, καθώς με βούλευμα του δικαστικού...

Κασσελάκης: Ο ανανεωμένος ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καλύπτει άνετα όλη την κεντροαριστερά (ΒΙΝΤΕΟ)

Συνέντευξη στο Euractiv παραχώρησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Στέφανος Κασσελάκης, τονίζοντας...

Φτωχότερος ο κόσμος του θεάτρου: Πέθανε η αγαπημένη ηθοποιός Άννα Παναγιωτοπούλου

Η ηθοποιός, Άννα Παναγιωτοπούλου, «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία...
Διαφήμιση