Αφιέρωμα: “Λέσβος, εκεί που το ΕΑΜ νίκησε τον Δεκέμβρη”

Ημερομηνία:

Διαφήμιση

Το ΕΑΜ στη Λέσβο συγκροτήθηκε προς το τέλος του 1941 ως μια συμμαχία μεμονωμένων κομμουνιστών με στελέχη της μικροαστικής προοδευτικής διανόησης που είχαν βενιζελικό παρελθόν και είχαν αντιταχθεί στη δικτατορία Μεταξά. Τα πρώτα δύο χρόνια της Κατοχής δεν είχε καμία σύνδεση με τον κεντρικό μηχανισμό του ΕΑΜ και του ΚΚΕ και συνεργαζόταν μόνο με τις βρετανικές υπηρεσίες της Σμύρνης.

Το καλοκαίρι του 1943 η «Οργάνωση», όπως ονομαζόταν, συνδέθηκε με την Κ.Ε. του ΕΑΜ και μετονομάστηκε σε ΕΑΜ Λέσβου. Παρά τη μετονομασία όμως, εξακολουθούσε να είναι γνωστό στους Λέσβιους απλά ως η «Οργάνωση» ακόμα και μετά την Κατοχή. Η ένταξη της «Οργάνωσης» της Λέσβου στο ΕΑΜ και η σύνδεσή της με την Κ.Ε. του ΚΚΕ αναπροσδιόρισε τις επιλογές της. Ετσι από την άνοιξη του 1944 επικράτησε πιο ριζοσπαστική γραμμή με μερική απεξάρτησή της από τη βρετανική πολιτική, μαζικό άνοιγμα των γραμμών της στην κοινωνία και δημιουργία αντάρτικου στρατού, του ΕΛΑΣ.

Ποτέ όμως, ακόμα και κατά τη διάρκεια των αλλαγών αυτών που την έφεραν κοντύτερα στην κεντρική πολιτική κατεύθυνση του ΕΑΜ, δεν εγκαταλείφθηκε η βασική επιλογή της εθνικής συνεννόησης και συνεργασίας.

«Ειρήνη και τάξη βασιλεύουν…»

ον Σεπτέμβριο του 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν από τη Λέσβο και το ΕΑΜ αναλαμβάνει χωρίς τριγμούς την τοπική εξουσία. Κυβέρνησε με απόλυτη τάξη και ουσιαστική συναίνεση για τουλάχιστον έξι μήνες ώς τον Απρίλιο του 1945, οπότε και εκτοπίστηκε από το μεταβαρκιζιανό κράτος.

Η διατήρηση της τάξης κατά την ανάληψη της εξουσίας μετά την αποχώρηση των Γερμανών χαιρετίστηκε από τους Βρετανούς, που εκτιμούσαν πως «μετριοπαθή στοιχεία του ΕΑΜ εξακολουθούν να τηρούν την τάξη στα νησιά, εν αναμονή του Αντιπροσώπου της Κυβέρνησης» (F.O. 371/43693/R15546). Αλλά και η αμερικανική μυστική υπηρεσία Office of Strategic Services (OSS) σημείωνε: «Ειρήνη και τάξη βασιλεύουν στη Μυτιλήνη. Εξαιτίας της άμεσης και αποτελεσματικής δράσης του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η κατάσταση δεν ήταν ποτέ εκτός ελέγχου» (Report No G5564/18.9.1944).

Το ΕΑΜ αναλαμβάνοντας την τοπική εξουσία ερχόταν αντιμέτωπο από τις πρώτες μέρες με τέσσερα ανοιχτά μέτωπα, ανάμεσα στα οποία έπρεπε να κινηθεί και πολλές φορές να τα συγκεράσει. Το πρώτο και πιο βασικό ήταν η διάθεση του κόσμου για ριζικές αλλαγές: δικαιοσύνη, αυτοδιοίκηση και παραδειγματική τιμωρία μαυραγοριτών και δωσίλογων, όπως αποτυπωνόταν στα συνθήματα των πρώτων ημερών της Απελευθέρωσης. Η Απελευθέρωση δεν ήταν μόνο εθνική. Εφερνε και τον αέρα μιας νέας αντίληψης για την κοινωνία, που δείγματά της έπρεπε να είναι αμέσως ορατά.

Το δεύτερο ζήτημα ήταν οι δυσκολίες της συμμετοχής του κεντρικού ΕΑΜ στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, που επέβαλλε συμβιβασμούς και περιορισμούς στις τομές που επιχειρούσε το τοπικό ΕΑΜ. Τα όρια και το πλαίσιο της δράσης και των περιορισμών αυτών αποτυπώνονται με σαφήνεια στις συστάσεις του Λεωνίδα Στρίγκου προς τα στελέχη της Οργάνωσης της Λέσβου εκ μέρους της Κ.Ο. Περιοχής Μακεδονίας: «Σας λέμε ότι η κατάληψη της εξουσίας γίνεται στο όνομα της Εθνικής Κυβέρνησης από τα διάφορα κρατικά και στρατιωτικά όργανα… Το ΕΑΜ είναι εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση και όχι διοικητική αρχή που να κρατά την εξουσία. Επίσης δεν έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει και να εκτελεί κρατικά καθήκοντα. Το ίδιο ισχύει και με το Κόμμα. Εμείς διοχετεύουμε μέσω των μελών μας τη γραμμή μέσα στον κρατικό μηχανισμό» (ΑΣΚΙ, αρχείο ΚΚΕ κ. 408, Φ.23/1/93α).

Το τρίτο ζήτημα που έπρεπε να αντιμετωπίσει το ΕΑΜ ήταν η υπονόμευση και τα εμπόδια που έθετε η βρετανική πολιτική, η οποία με εργαλείο την επισιτιστική βοήθεια ανοιγόκλεινε τη στρόφιγγα του εφοδιασμού τροφίμων ασκώντας πιέσεις. Τέταρτο, τέλος, ζήτημα ήταν ότι έπρεπε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την αντιπολίτευση που συγκροτήθηκε από παλιά φιλελεύθερα στοιχεία, τα οποία σε συνεργασία με τους Αγγλους υπονόμευαν τις προσπάθειες της νομαρχίας για τον επισιτισμό του πληθυσμού.

Η «Εαμοκρατία» στη Λέσβο

Αντίθετα με ό,τι συνέβη στα γειτονικά νησιά Χίο και Λήμνο όπου το ΕΑΜ αναγκάστηκε να παραδώσει την τοπική εξουσία πολύ γρήγορα, στη Λέσβο τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας Γεώργιος Μπουρδάρας, που έφτασε στις αρχές Οκτωβρίου 1944 ως διοικητής Νήσων Αιγαίου, πολύ γρήγορα αποχώρησε άπρακτος. Παρά την προσπάθειά του να αξιοποιήσει μια επιστολή του υπουργού Οικονομικών Αλέξανδρου Σβώλου, που συνιστούσε στα στελέχη του ΕΑΜ Λέσβου να συνεργαστούν, δεν κατάφερε να διαλύσει τα λαϊκά δικαστήρια και την Εθνική Πολιτοφυλακή, ούτε να απελευθερώσει τους περίπου διακόσιους κρατούμενους ως δωσίλογους. Ως απάντηση στις απαιτήσεις του το ΕΑΜ οργάνωσε μεγάλες μαζικές διαδηλώσεις με κύρια συνθήματα τη διατήρηση των λαϊκών δικαστηρίων, της Εθνικής Πολιτοφυλακής και της Αυτοδιοίκησης.

Μετά την αποχώρηση του Μπουρδάρα η Εθνική Πολιτοφυλακή συνέχιζε να έχει την ευθύνη διατήρησης της τάξης, τη Δικαιοσύνη απένειμαν τα λαϊκά δικαστήρια, στις φυλακές βρίσκονταν προφυλακισμένα πάνω από διακόσια άτομα με την κατηγορία της συνεργασίας με τον κατακτητή, ενώ τα εαμικά δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια συγκροτούσαν ανά χωριό λαϊκές επιτροπές επισιτισμού για την οργάνωση συμμαχικής επισιτιστικής βοήθειας.

Οι θεσμοί της λαϊκής εξουσίας που εφαρμόστηκαν δεν αμφισβήτησαν πάντως ούτε την ατομική ιδιοκτησία ούτε τον πολιτικό πλουραλισμό. Ο κόσμος συμμετείχε μαζικά σε αυτούς και στις συγκεντρώσεις του ΕΑΜ, ενώ παράλληλα με την έντονη πολιτικοποίηση, υπήρξε και μεγάλη πολιτισμική άνθηση. Τον Οκτώβριο του 1944 το ΕΑΜ μετρούσε 31.000 μέλη στη Λέσβο και το ΚΚΕ 6.500. Οι Λέσβιοι ένιωθαν για πρώτη φορά πως αποτελούν μέρος της Ιστορίας. Το ΕΑΜ Λέσβου ποτέ, ούτε στη διάρκεια της Κατοχής ούτε μετά, δεν έδειξε ότι ήταν στις προθέσεις του η εκ βάθρων κοινωνική ανατροπή. Αντίθετα η «Λαοκρατία» -παρά την παντοδυναμία του- υπήρξε συναινετική. Δεν έθιγε τις βασικές δομές της οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης.

Η μεγαλοαστική τάξη, μετά το «μούδιασμα» των πρώτων ημερών της Απελευθέρωσης, βρήκε στην εαμική εξουσία έναν αξιόπιστο συνομιλητή που είχε την ικανότητα να προσαρμόζει τις λαϊκές διεκδικήσεις στη λογική του «εφικτού». Το έκτακτο στρατοδικείο που συγκρότησε ο ΕΛΑΣ τις πρώτες μέρες της Απελευθέρωσης πολύ γρήγορα διαλύθηκε με απαίτηση των Αγγλων και της κυβέρνησης Παπανδρέου και οι περίπου διακόσιοι συνεργάτες των κατακτητών παρέμειναν προφυλακισμένοι χωρίς να κινδυνεύει άμεσα η ζωή τους.

Ο μεγάλος πολιτικός αντίπαλος του ΕΑΜ, ο κατηγορούμενος για δωσιλογισμό μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος, κρατήθηκε για λίγους μήνες σε κατ’ οίκον περιορισμό, χωρίς ποτέ να κινδυνεύσει η ζωή του. Το ΕΑΜ Λέσβου έδειξε εν τοις πράγμασι τι σημαίνει κοινωνική δικαιοσύνη στο διάστημα της Εαμοκρατίας. Εδωσε δείγματα «εθνικής συνεννόησης» και, όντας μακριά από την κεντρική καθοδήγηση, ακολούθησε μια ανεξάρτητη πολιτική, που εξέφραζε πιστότερα τις επιθυμίες του κόσμου του.

Επιπρόσθετα το ΕΑΜ Λέσβου έδειξε ιδιαίτερη ανοχή απέναντι στις κοινωνικές αντιλήψεις που εκπορεύονταν από συντηρητικούς θεσμούς, όπως η Εκκλησία, και επιχείρησε να συνδυάσει τις θρησκευτικές παραδόσεις με το εαμικό κίνημα. Ετσι καταγράφηκε με θετικό πρόσημο στη συλλογική συνείδηση των θρησκευόμενων Λεσβίων παρά τις «κραυγές» των αντιπάλων του για τον «άθεο κομμουνισμό». Τα στελέχη του πέτυχαν να υλοποιήσουν νέους θεσμούς, προσαρμόζοντάς τους όμως στις ιδιαιτερότητες της τοπικής κοινωνίας.

Ενας πολύ λαοφιλής θεσμός, για παράδειγμα, ήταν η λαϊκή δικαιοσύνη, η οποία άρχισε να λειτουργεί στα χωριά τον Ιούνιο του 1944, πριν ακόμα φύγουν οι Γερμανοί από το νησί. Λαϊκοί δικαστές επιλέγονταν συνήθως άνθρωποι κύρους, κάποιες φορές και συντηρητικών απόψεων. Ηταν συνήθως μεγάλης ηλικίας, έμπειροι, γνώστες της νοοτροπίας και της κουλτούρας του πληθυσμού. Τοποθετούνταν είτε με υπόδειξη του ΕΑΜ είτε μετά από καθολική ψηφοφορία μεταξύ των κατοίκων. Παράλληλα ιδρύθηκαν και δευτεροβάθμια αναθεωρητικά λαϊκά δικαστήρια, καθώς και επιθεωρητές λαϊκής δικαιοσύνης, στις έδρες των παλιών ειρηνοδικείων, απαραίτητα κάτοχοι πτυχίου νομικής σχολής. Τα αναθεωρητικά δικαστήρια είχαν τον χαρακτήρα Εφετείου.

Οι λαϊκοί δικαστές γνώριζαν προσωπικά τους αντίδικους και ως κάτοικοι του χωριού ήξεραν ενδεχομένως αθέατες πλευρές της υπόθεσης. Οι μάρτυρες ήταν συνήθως γνωστοί σε όλους και ήταν πολύ δύσκολο σε κάποιον να βρει ψευδομάρτυρα επ’ αμοιβή, όπως συνέβαινε συχνά στα αστικά δικαστήρια. Το ακροατήριο γνώριζε εκ του σύνεγγυς τους αντίδικους και το ποιόν τους και σε πολλές υποθέσεις η παρουσία και οι αντιδράσεις του ήταν καταλυτικές ως προς την απόφαση. Κυρίως όμως εκείνο που ένιωθαν οι κάτοικοι των χωριών ήταν πως η νέα εξουσία δεν ήταν απόμακρη, όπως στο παρελθόν, αλλά κομμάτι του εαυτού τους. Ειδικά για τον κόσμο που ακολουθούσε το ΕΑΜ, η λαϊκή δικαιοσύνη ήταν μια απόδειξη πως η λαϊκή δημοκρατία δεν ήταν μια απλή υπόσχεση ή ένα μακρινό όνειρο, αλλά μια ζωντανή πραγματικότητα καθώς την έβλεπαν να παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια τους, γρήγορα και κυρίως χωρίς νομικίστικες υπεκφυγές.

Η παρουσία οικονομικών παραγόντων των τοπικών κοινωνιών ως κατηγορούμενων στο λαϊκό δικαστήριο, έστω και αν η κατηγορία ήταν επουσιώδης, συνιστούσε από μόνη της ντροπή γι’ αυτούς, προκαλώντας την οργή τους καθώς είχαν συνηθίσει ώς τότε σε ευνοϊκή αντιμετώπιση.

Καταγράφονται επίσης και περιπτώσεις όπου τα λαϊκά δικαστήρια δίκασαν ζητήματα οικογενειακού δικαίου, όπως έκδοση διαζυγίων, νομιμοποίηση παιδιών εκτός γάμου, κληρονομικά, προικοδοτήσεις κ.λπ. Η εμπλοκή των λαϊκών δικαστηρίων σε θέματα οικογενειακού δικαίου, αλλά και η εκδίκαση υποθέσεων που παλιότερα ήταν ιδιωτικές και έμεναν εντός της οικογενειακής δομής, έφερνε στη σφαίρα του δημόσιου ενδιαφέροντος ζητήματα που, ενώ έθιγαν τις γενικά αποδεκτές ηθικές αξίες, δεν έβρισκαν δικαίωση στην ιδιωτική σφαίρα. Αν κάποιος θεωρούσε πως ήταν αδικημένος σε μια οικογενειακή υπόθεση, είχε τη δυνατότητα να προσφύγει στο λαϊκό δικαστήριο και να αναζητήσει το δίκιο του. Και αυτό αφορούσε ιδιαίτερα τις γυναίκες. Η δυνατότητά τους να συμμετέχουν στον θεσμό αποτελούσε μια τεράστια τομή σε σχέση με την προπολεμική κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά ποτέ βέβαια δεν έγινε κατορθωτό ο θεσμός, στη σύντομη διάρκειά του, να απαντήσει με πληρότητα και ολοκληρωμένα στις συντηρητικές αντιλήψεις της παραδοσιακής κοινωνίας σε σχέση με τα δικαιώματα των γυναικών.

Επιπρόσθετα το ΕΑΜ Λέσβου, στη διάρκεια της εξουσίας του επιχείρησε την ανασυγκρότηση της οικονομίας και της κοινωνίας του νησιού. Βασική του μέριμνα ήταν ο επαρκής εφοδιασμός της αγοράς με τρόφιμα σε προσιτές για όλους τιμές. Η επάρκεια των τροφίμων όμως δεν θα μπορούσε να εξασφαλιστεί χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων, κυρίως των Αγγλων. Αυτό οδήγησε το ΕΑΜ σε μια ιδιότυπη ομηρία, καθώς οι Αγγλοι, εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη για επισιτιστική βοήθεια, παρενέβαιναν στην πολιτική διαμάχη θέτοντας εμπόδια στην εαμική εξουσία και ενισχύοντας την αντιεαμική αντιπολίτευση.

«Go back»: η δεκεμβριανή νίκη του ΕΑΜ Λέσβου

Κορυφαία στιγμή της αντιπαράθεσης του ΕΑΜ Λέσβου με τους Αγγλους ήταν η αποτροπή της αποβίβασης στη Μυτιλήνη των ινδικών αποικιακών στρατευμάτων τα Χριστούγεννα του 1944. Η εμφάνιση ισχυρής δύναμης του βρετανικού στρατού στο νησί ξάφνιασε τα στελέχη του ΕΑΜ, δεδομένου ότι μέχρι τις μέρες εκείνες βρίσκονταν εκεί μόνο λίγοι Αγγλοι αξιωματικοί και μια μικρή δύναμη του Ιερού Λόχου.

Οι Αγγλοι είχαν καταστρώσει ένα σχέδιο μετά την Απελευθέρωση, που προέβλεπε την παρουσία στρατευμάτων τους στα νησιά του Αιγαίου στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής τους στην Ελλάδα. Το σχέδιο προέβλεπε ακόμα και στρατιωτική εμπλοκή, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο. Ο συνταγματάρχης Neilson Lapraik, υποδιοικητής των βρετανικών δυνάμεων στο Αιγαίο, σε μεταγενέστερη επιστολή του στον Philip Argenti, στις 12 Ιανουαρίου 1955, αναφέρει ότι προσπάθησαν με περιορισμένη επιτυχία να επέμβουν στη Μυτιλήνη, καθορίζοντας τις εκεί πολιτικές εξελίξεις με ειρηνικά μέσα, «αν και κάποια στιγμή φαινόταν ότι ήταν αναγκαίο να έχουμε στρατιωτική εμπλοκή εναντίον των δυνάμεων του ΚΚΕ εκεί. Με αυτή την πιθανότητα στο μυαλό, ένα τάγμα Ινδών κρατήθηκε εφεδρικά».

Οι Αγγλοι ήδη τον Δεκέμβριο του 1944 είχαν ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, εκτός από την Ικαρία και τη Λέσβο. Η Λέσβος συνιστούσε μεγάλο «αγκάθι» με δεδομένη την ισχυρή παρουσία του ΕΑΜ, την οργάνωση και τον εξοπλισμό του ΕΛΑΣ και κυρίως τη δυνατότητα του ΕΑΜ να κινητοποιεί τον κόσμο του με δυναμικό τρόπο. Από τη Λέσβο εξάλλου ξεκινούσαν τα στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ για να καθοδηγήσουν τις οργανώσεις των υπόλοιπων νησιών. Οι Βρετανοί δεν μπορούσαν να στηριχθούν στην παλιά Χωροφυλακή, καθώς ένα τμήμα της είχε συνεργαστεί με τους Γερμανούς, ενώ ένα άλλο κομμάτι της ήταν οργανωμένο στο ΕΑΜ. Από την άλλη πλευρά τα τμήματα του Ιερού Λόχου που ήλθαν στη Λέσβο ήταν μικρά και η παρουσία τους από τον Νοέμβριο και μετά αποτελούσε «κόκκινο πανί» για τον κόσμο του ΕΑΜ, που απαιτούσε επίμονα την απομάκρυνσή τους. Ετσι το μόνο που τους απέμεινε ήταν να έχουν ένα εφεδρικό τάγμα, έτοιμο να επέμβει. Είχαν μάλιστα προετοιμάσει το έδαφος γι’ αυτόν τον σκοπό με την παρουσία Αγγλων πρακτόρων στη Λέσβο, που σημείωναν τις θέσεις και τον οπλισμό του ΕΛΑΣ και ενημέρωναν το Κάιρο για τα στρατηγικά σημεία του νησιού για το ενδεχόμενο απόβασης βρετανικών στρατευμάτων.

Με την εμφάνιση των πολεμικών πλοίων ανοιχτά της Μυτιλήνης, η ηγεσία του ΕΑΜ κήρυξε πανεργατική απεργία και κάλεσε τον κόσμο σε άμεση κινητοποίηση μπροστά στην προκυμαία της πόλης. Οι Βρετανοί απαίτησαν αρχικά να αποδεχτεί το ΕΑΜ την απόβαση των στρατευμάτων και καθώς διαπίστωσαν την επίμονη άρνησή του σ’ αυτή την απαίτηση, επιχείρησαν δοκιμαστικά να αποβιβάσουν μερικούς οπλίτες. Στο μεταξύ είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου στην προκυμαία της πόλης η σθεναρή αντίδραση του οποίου απέτρεψε την αποβίβαση.

Το ΕΑΜ προσπάθησε να κερδίσει χρόνο, ώστε να μπορέσει στο μεσοδιάστημα να φέρει στη Μυτιλήνη οπαδούς του που ήδη είχαν ξεκινήσει να κατεβαίνουν με τα πόδια στην πόλη από όλα σχεδόν τα χωριά του νησιού. Ζήτησε και πήρε προθεσμία ώς τις 9 το πρωί των Χριστουγέννων, με πρόσχημα τη συνεδρίαση της ολομέλειας της Νομαρχιακής Επιτροπής του όπου θα συμμετείχαν εκπρόσωποι των χωριών. Πράγματι η ανταπόκριση του κόσμου στο κάλεσμα του ΕΑΜ ήταν μοναδική. Με υποδειγματική τάξη και συνεχή 24ωρη παρουσία, παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και το χιονόνερο που έπεφτε, χιλιάδες κόσμου κατέβηκε στην προκυμαία της Μυτιλήνης στήνοντας οδοφράγματα για να εμποδίσουν την απόβαση των βρετανικών στρατευμάτων. Ο ΕΛΑΣ είχε εν τω μεταξύ καταλάβει κάποιες κρίσιμες θέσεις μάχης έχοντας μια διακριτική παρουσία, έτοιμος να επέμβει αν χρειαζόταν, ενώ υπήρχε προετοιμασία μάχης.

Φαίνεται πάντως πως το ΕΑΜ πήρε μέτρα για τον περιορισμό κινήσεων των στελεχών της αντιεαμικής παράταξης, που έφτανε ακόμα και ώς τη σύλληψή τους αν απαιτούνταν, καθώς εκτιμούσε πως θα μπορούσαν να αποτελέσουν την «5η Φάλαγγα» των Αγγλων στην πόλη. Πέρα από το γεγονός ότι μοίρασε σε σπίτια για υποχρεωτική φιλοξενία μέλη και οπαδούς του από τα χωριά που είχαν φτάσει για τη διαδήλωση στη Μυτιλήνη, κράτησε και κάποιους σε αυστηρή επιτήρηση.

Ενας 19χρονος νεαρός, που ανήκε στην αντιεαμική παράταξη και κρατούσε ημερολόγιο την περίοδο της Κατοχής ώς την Απελευθέρωση, τοποθετείται ευνοϊκά απέναντι στην αγγλική απόβαση. Γράφει λοιπόν στο ημερολόγιό του περιγράφοντας τα γεγονότα:

«Ετσι ξημέρωσε η 24 Δεκεμβρίου. Μπρος στο λιμάνι μας 6 μεγάλα Αγγλικά πλοία έχουν ρίξει τις άγκυρές τους. Εχουν όλα τα εφόδια για να αποβιβάσουν τον Αποικιακό στρατό που περιέχουν. Αλλά οι εδώ κομμουνισταί δεν τους άρεσαν αυτά νομίζοντας πως θα περιορισθούν οι ελευθερίες τους, και να οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν το σήμα του κινδύνου…. Με χουνιά η ΕΠΟΝ γυρίζει στους δρόμους, στους συνοικισμούς φωνάζοντας “όλοι στα Μπλόκια. Οι Μαύροι βγαίνουν”. Εν τω μεταξύ οδοφράγματα στήνονται στους δρόμους… Αρματωμένοι με κάθε είδους όπλο γυρίζουν στους δρόμους. Η αγορά νεκρώνεται. Και να ο “λαός” άρχισε να κατεβαίνει ή καλλίτερα να τον κατεβάζουν στα “Μπλόκια”. Το τι συνέβη αυτή τη στιγμή δεν περιγράφεται. Οι Αντάρτες, η Πολιτοφυλακή χτυπούν τα σπίτια και μαζεύουν αρρώστους παιδιά, νέους, γέρους και με τη βία τούς κατεβάζουν στο βοριά για να εμποδίσουν τους μαύρους. Εν τω μεταξύ τα χωριά ξεκινούν όλα και όλοι για τη Μυτιλήνη. Το χιονόνερο συνεχίζεται. Στο “Μόλο” ο κόσμος οδηγημένος σαν κοπάδι τρώει την ψιλή βροχή, τον ψυχρό αέρα περιμένοντας. Και να η πρώτη απόπειρα των Ινδών. Τα αποβατικά πλησιάζουν στην παραλία. Οι καμπάνες όλης της πόλης χτυπούν το σήμα του κινδύνου, η ΕΠΟΝ κράζει στους δρόμους και ο κόσμος φωνάζει το περίφημο “go back”. Χριστούγεννα: οι εκκλησίες κατάκλειστες, ερημιά παντού… Συνεχίζοντας ο παγωμένος βοριάς να σφυρίζει… Μία σωστή επανάστασις. Εξάλλου το πλήθος των χωριατών που έχει κατεβεί αναγκάζεται να διαρρήξει… τα μεγαλύτερα καφενεία για να στεγασθεί. Σου χτυπούν την πόρτα ή διά της βίας σε βάζουν να φιλοξενήσεις 5-6 αγνώστους σου ανθρώπους…».

Οι Βρετανοί, μπροστά στην επιμονή τόσο του λαού που κινητοποιήθηκε όσο και της αμετακίνητης στάσης της ηγεσίας του ΕΑΜ, τελικά υποχώρησαν, καθώς και οι αναφορές των πρακτόρων τους προειδοποιούσαν για βέβαιη στρατιωτική ήττα αν επέμεναν στην απόβαση.

Τις μέρες της παρουσίας των πολεμικών πλοίων έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης εξάλλου βρισκόταν στην Αθήνα ο ίδιος ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ. Θα ήταν λοιπόν εξαιρετικά παρακινδυνευμένο και παράτολμο να άνοιγαν οι Αγγλοι ένα δεύτερο μέτωπο στη Λέσβο με άγνωστες συνέπειες.

Ετσι την Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 1944, έπειτα από τέσσερις ημέρες κινητοποιήσεων, οι Αγγλοι υποχώρησαν, δηλώνοντας στην ηγεσία του ΕΑΜ πως τα στρατεύματά τους δεν θα αποβιβαστούν. Παρέθεσαν δε στην ηγεσία του ΕΑΜ Λέσβου και μια σχετική δεξίωση το βράδυ πριν από την αναχώρηση των πλοίων τους ως ένδειξη καλής θέλησης.

Τα γεγονότα των Χριστουγέννων του 1944 έμειναν στην ιστοριογραφία της Λέσβου ως γεγονότα τού «Go Back», από το σύνθημα που φώναξε στους Αγγλους κάποιος από τους συγκεντρωμένους και το οποίο πολύ γρήγορα απέκτησε μεγάλη δημοφιλία μεταξύ των συγκεντρωμένων.

Κατά τη διάρκεια της πρωτοφανούς κινητοποίησης του κόσμου του ΕΑΜ γράφτηκαν επί τόπου στην τοπική διάλεκτο και έγιναν πολύ δημοφιλή κάποια τραγούδια από ντόπιους αυτοσχέδιους στιχουργούς. Ενα από αυτά ήταν σύνθεση του Αγιασώτη Στρατή Ανεζίνου στον σκοπό του γνωστού τραγουδιού «Βάρκα γιαλό». Οι στίχοι του έδειχναν ακριβώς την περηφάνια της νίκης:

«Κατ’ αγριγιαθρώπ’ μας φέραν / θέλαν να τσ’ γυμνάσιν λέγαν / Θέλαν να μας ξιγιλάσιν / Τσι στουν ύπνου να μας πιάσιν / Να μας βάλιν του σαμαρ’ πριν του πάρουμι χαμπαρ’ / Σαν ισκώσαμι τς μαχαίρις / Κάναν να σνιφέριν μέρις / Τς απ’ ντ΄ τριμούλα τς απ’ ντου φόβου / Ρίξαν ντουν “Αητό” στου μώλου / Πίσου πίσου τα σμαζώξαν τα χισμένα ντουν στι κόψαν / Τσι γι Αντίδρας’ στου χουργιό μας / θε να σκάσ’ απ’ ντου γυρσμό μας / ζουμ τριαλαριλαρό / βάρκα γιαλό»1.

Το πικρό τέλος

Την περήφανη νίκη «Go Back» του ΕΑΜ Λέσβου και την ολοκληρωτική κυριαρχία του ήλθε να ανατρέψει η Συμφωνία της Βάρκιζας. Μία εβδομάδα μετά την υπογραφή της σε σύσκεψη για την ειρηνική παράδοση της εξουσίας από τη μεριά του ΕΑΜ στη μεταβαρκιζιανή κυβέρνηση, ο προσωρινός εκπρόσωπός της, συνταγματάρχης Χριστόδουλος Τσιγάντες, έσπευσε να ευχαριστήσει το ΕΑΜ Λέσβου λέγοντας: «Πρέπει ακόμα να ομολογήσω πως σ’ όλο το διάστημα που η αριστερή παράταξη διαχειρίστηκε την εξουσία διατηρήθηκε με το μέτρο του δυνατού μια αξιέπαινη τάξη, τέτοια που δεν τηρήθηκε σε κανένα μέρος της Ελλάδας» (εφ. «Ελεύθερη Λέσβος», 20 Φεβρουαρίου 1945). Ετσι διακόπηκε απότομα το κοινωνικό εγχείρημα που επιχείρησε το ΕΑΜ Λέσβου και κράτησε περίπου ένα επτάμηνο.

Μετά τη Συμφωνία το «κράτος των Αθηνών» εμφανίστηκε στη Λέσβο με τη συνοδεία ενός αντικομμουνιστή και δωσίλογου εισαγγελέα, της Εθνοφυλακής και τη βοήθεια της UNRRA. Η τρομοκρατία όμως την οποία προσπάθησε να επιβάλει, όμοια με της υπόλοιπης Ελλάδας, συνάντησε μεγάλες δυσκολίες. Ποτέ δεν κατάφερε να περιορίσει την ουσιαστική επιρροή της Αριστεράς, παρά τις διώξεις της ηγεσίας και των οπαδών του τοπικού ΕΑΜ. Συνάντησε ακόμα την αδιαφορία της αστικής ελίτ, η οποία από τη στιγμή που διαπίστωσε ότι η συνέχεια της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και των εμπορικών συναλλαγών της δεν απειλείται, δεν θέλησε να εμπλακεί φανερά στην πολιτική διαπάλη. Η αδιαφορία της για τη διεξαγωγή του «εθνικού αγώνος» εκνεύριζε μεν τους στρατιωτικούς διοικητές του νησιού και την Ακροδεξιά, αλλά ταυτόχρονα εξασφάλιζε την απαιτούμενη «κοινωνική ειρήνη» σε μια περίοδο πολιτικά και κοινωνικά ιδιαίτερα ταραγμένη για την υπόλοιπη Ελλάδα. Κάποιοι από αυτούς τους αστούς εξάλλου ήταν σύμμαχοι με το ΕΑΜ στην Κατοχή και συνδέονταν με πολλούς καταδιωκόμενους εαμίτες με κοινούς αγώνες και φιλία.

Παρά την παράδοση της τοπικής εξουσίας όμως, το ΕΑΜ εξακολουθούσε να απολαμβάνει μαζική στήριξη. Οι εαμίτες αισθάνονταν πολιτικά κυρίαρχοι στη Λέσβο ακόμα και μετά την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ τον Φεβρουάριο του 1945. Ο κόσμος του ΕΑΜ Λέσβου έμεινε πιστός στη νέα εκδοχή του πολιτικού αγώνα με την πεποίθηση ότι κυριαρχούσε πολιτικά στο νησί. Μέχρι πότε όμως; Σίγουρα έως τις εκλογές του 1946, όπου η πολιτική αποχή, που έφτασε το 55-60%, δημιουργούσε ακόμα αυταπάτες για δημοκρατικές εξελίξεις.

Το εντυπωσιακά μαζικό ΕΑΜ Λέσβου συμπαρασύρθηκε από τη γενικότερη ήττα του ΕΑΜ στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά οι οπαδοί, φίλοι και, για κάποιο έστω διάστημα, συνοδοιπόροι του ΕΑΜ στη Λέσβο ένιωθαν πάντα και για αρκετές δεκαετίες μετά πολιτικά και κοινωνικά κυρίαρχοι.

Αυτή η εν πολλοίς «τοπική» ματιά πάνω στο ΕΑΜ Λέσβου μήπως απαντά -μαζί με άλλους βέβαια παράγοντες- στην αδυναμία των συντηρητικών δυνάμεων, που επέβαλαν μεταπολεμικά την εξουσία τους, να απονομιμοποιήσουν την Αριστερά στη Λέσβο; Σε αυτή ακριβώς τη ματιά οφείλεται ουσιαστικά η έστω μη ρητά εκφρασμένη αποδοχή του «πατριωτικού» χαρακτήρα του ΕΑΜ Λέσβου από τμήμα των αντιπάλων του και η διαχρονική δύναμη της Αριστεράς στο νησί.

Εν κατακλείδι για ένα μεγάλο τμήμα του λεσβιακού κόσμου οι «δικοί τους» εαμίτες ήταν αναίτια ηττημένοι ή μάλλον αντίστροφα ήταν οι πραγματικοί νικητές. Και αυτό εκφράστηκε πανηγυρικά στις κάθε λογής εκλογικές αναμετρήσεις τόσο αμέσως μετά την Κατοχή όσο και στη συνέχεια. Η αντίφαση αυτή δεν υπήρξε φαινόμενο που ίσχυσε αποκλειστικά στη Λέσβο. Ηταν διάχυτη σε ένα ευρύ φάσμα του εαμικού κόσμου της χώρας. Ομως ίσως πουθενά αλλού η αίσθηση του «ηττημένου νικητή» δεν υπήρξε τόσο έντονη και με τόση μεγάλη διάρκεια όσο στη Λέσβο.

*Του Δημήτρη Μάντζαρη, διδάκτορα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου

Επιμέλεια: Τάσος Κωστόπουλος


Υποσημείωση

«Κάτι αγριάνθρωπους μας φέραν / θέλαν να τους γυμνάσουν λέγαν / θέλαν να μας ξεγελάσουν / και στον ύπνο να μας πιάσουν / Να μας βάλουν το σαμάρι πριν τους πάρουμε χαμπάρι / Σαν σηκώσαμε τις μαχαίρες / Κάνανε να συνέλθουν μέρες / Κι από την τρεμούλα και το φόβο / Ρίξαν τον “Αετό” στο μόλο / Πίσω πίσω τα συμμάζεψαν τα χεσμένα τους και “έκοψαν” / Και η “Αντίδραση” στο χωριό μας / θέλει να σκάσει από τον γυρισμό μας».

Πηγή: efsyn.gr

Διαφήμιση

Κοινοποιήστε:

Διαφήμιση

Δημοφιλή

Διαφήμιση

Περισσότερα Νέα

Πανεπιστημιακοί ΑΠΘ-ΠΑΜΑΚ: Οι φοιτητές υπερασπίζονται το δικαίωμα των Παλαιστινίων για ζωή

Τις συνεχιζόμενες μαζικές σφαγές αμάχων Παλαιστινίων από το κράτος του Ισραήλ στην Λωρίδα της...

Δημήτρης Βερβεσός: Της πλάκας τα περιοριστικά μέτρα για τον Μιχαλολιάκο

Επικριτικά σχολιάζει ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρης...

Κασσελάκης: Υπόσχομαι ότι η δικαιοσύνη της ατιμωρησίας θα αλλάξει

«Ο εναγκαλισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τα ακροδεξιά στοιχεία,...
Διαφήμιση