Ακρίβεια: Γιατί η Ελλάδα είναι στη χειρότερη θέση από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ημερομηνία:

Διαφήμιση

Χωρίς «φρένο» συνεχίζεται η ακρίβεια στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση της Ν.Δ. να φέρει μεγάλη ευθύνη για τα τεκταινόμενα. Η ΑΥΓΗ της Κυριακής παρουσιάζει τις απόψεις τριών ειδικών προκειμένου να «φωτίσει» τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα είναι σε χειρότερη θέση σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, γιατί αποτελεί ένα προεκλογικό τέχνασμα η επιστολή Μητσοτάκη στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τι είναι αυτό που συνεχίζει να πυροδοτεί τις ανατιμήσεις και πόσο σημαντική θα ήταν η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, όπως προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., αλλά αρνείται πεισματικά η κυβέρνηση της Ν.Δ.

Μεγαλύτερο βάρος για τους φτωχότερους

Η Ελλάδα βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας ήταν και πάλι 2η σε επίπεδο Ευρωζώνης, αναφορικά με τον πληθωρισμό τροφίμων (με 5,3%, με τη Μάλτα στο 5,9%), κάτι που συμβαίνει συνεχώς κατά το τελευταίο εξάμηνο (τον Οκτώβριο η Ελλάδα ήταν 1η). Αξίζει να υπενθυμιστεί πως από την 1η Μαρτίου εφαρμόστηκαν τα μέτρα Σκρέκα, χωρίς να υπάρχει ουσιαστικό αποτέλεσμα, όπως δείχνουν οι μετρήσεις της Eurostat, αλλά και η ίδια η πραγματικότητα.

Παράλληλα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Απρίλιο, οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στα τρόφιμα σε ετήσια βάση και συγκεκριμένα στο ελαιόλαδο (63,7%), στα φρούτα (11,6%), στα ψάρια (10,6%) και στο ρύζι (8,5%), ενώ κατά 12,5% αυξήθηκαν οι τιμές των μεταλλικών νερών – αναψυκτικών και χυμών τροφίμων.

Το θέμα για την Ελλάδα είναι ιδιαιτέρως σοβαρό, εξαιτίας και του γεγονότος ότι η χώρα μας είναι 2η από το τέλος (χειρότερα είναι μόνο η Βουλγαρία) σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη των πολιτών της. Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας, η μείωση των τιμών τροφίμων είναι αποφασιστικής σημασίας για την ανακούφιση ενός μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού, καθώς το «ειδικό βάρος» τους εκτιμάται ως σημαντικά μεγαλύτερο για νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος, δηλαδή έως 1.000 μηνιαίως, σε σχέση με αντίστοιχα υψηλότερου εισοδήματος, άνω των 2.500 ευρώ.

Η πρόταση νόμου της αξιωματικής αντιπολίτευσης

Είναι γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει προτείνει ένα ολοκληρωμένο και κοστολογημένο σχέδιο (όπως αποδείχθηκε και από την καταγραφή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους) για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, με αιχμή τις μειώσεις στους έμμεσους φόρους, όπως ο ΦΠΑ. Η αξιωματική αντιπολίτευση προτείνει τη θέσπιση μηδενικού συντελεστή ΦΠΑ από την αποθήκη χονδρικής έως το ράφι για 6 μήνες (με δυνατότητα επέκτασης κατά 6 επιπλέον μήνες, ανάλογα με την απόδοση του μέτρου στη μείωση των τιμών των αγαθών) για τα άλευρα και προϊόντα αυτών, δημητριακά και προϊόντα αυτών, κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα, αυγά, έλαια, λαχανικά και, γενικά, είδη βρεφικής διατροφής και ειδών περιποίησης βρεφών.

Η εφαρμογή του μέτρου από την αποθήκη χονδρικής έως το ράφι είναι αναγκαία διότι δεν είναι δημοσιονομικά ορθό ο λιανοπωλητής να καταβάλλει 24% ΦΠΑ στον προμηθευτή και να μην το εισπράττει αντίστοιχα από τον καταναλωτή.

Ο μηδενισμός του ΦΠΑ, ο οποίος παράγει δημοσιονομικό αποτύπωμα και είναι συνυπολογισμένος στο συνολικό κόστος των μέτρων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω πρόταση νόμου, κρίνεται αναγκαίος διότι σε συνδυασμό με την επιβολή πλαφόν στο μεικτό περιθώριο κέρδους μειώνει άμεσα τις τιμές κρίσιμων αγαθών σε ένα μεσοσταθμικό επίπεδο που αγγίζει το 30%.

Παράλληλα, προτείνει τη θέσπιση μόνιμης μείωσης του ΦΠΑ από το 24% σήμερα στο 21% από 1/1/2025, σε ό,τι αφορά τον υψηλό συντελεστή, και τους υπόλοιπους από το 13% στο 11% και από το 6% στο 5%.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. εμφανίζεται εντελώς αρνητική, όπως αποδείχθηκε ακόμη και από την τελευταία «κόντρα» του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη με τους βιομηχάνους των τροφίμων, ενώ πλέον αποτελεί πάγιο αίτημα από πολλές κοινωνικές ομάδες.

Η απέλπιδα προσπάθεια εν όψει ευρωεκλογών

του Κώστα Μελά*

Η απέλπιδα προσπάθεια, εν όψει ευρωεκλογών, της κυβέρνησης να βρει έναν τρόπο προκειμένου να δικαιολογήσει τις υψηλότερες τιμές στις οποίες διάφορες πολυεθνικές επιχειρήσεις πωλούν τα προϊόντα τους στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες την οδήγησε για ακόμη μια φορά στο χιλιοειπωμένο επιχείρημα ότι για το συμβάν αυτό την ευθύνη έχουν παράγοντες που δεν έχουν σχέση με την ίδια και την πολιτική της, αλλά με τα κενά που υπάρχουν στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που διέπει αυτά τα θέματα. Μάλιστα συγκεκριμενοποίησε διαμέσου του υπουργού Επικρατείας ότι το πρόβλημα προέρχεται από την πρακτική που κατά κόρον εφαρμόζουν οι πολυεθνικές, γνωστή ως territorial supply constraints. Οι εδαφικοί περιορισμοί εφοδιασμού είναι πρακτικές που χρησιμοποιούνται από πολυεθνικοές εταιρείες και εμποδίζουν τους λιανοπωλητές και τους χονδρεμπόρους να αγοράζουν προϊόντα σε μια χώρα της Ε.Ε. διαφορετική από την έδρα όπου βρίσκονται εγκαταστημένες ή την έδρα όπου λειτουργούν. Πράγματι, η πίεση από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις κατακερματίζει την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά και μπορεί να συμβάλει σημαντικά σε μεγάλες διαφορές τιμών χονδρικής μεταξύ των χωρών. Τρεις σύντομες παρατηρήσεις :

Ενώ η πρακτική αυτή δυνητικά μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., εφαρμόζεται με έντονο τρόπο στην Ελλάδα. Γιατί; Η απάντηση είναι απλή: οι πολυεθνικές εφαρμόζουν πρακτικές διακρίσεων σε αγορές, όπως η ελληνική, με διάφορες δικαιολογίες, ενώ στην πραγματικότητα «το κάνουν γιατί μπορούν». Αυτό ευθέως αφορά στην αδυναμία (;) ή στη μη θέληση (;) της κυβέρνησης να προσπαθήσει να ελέγξει το πρόβλημα όσο μπορεί. Και σίγουρα μπορεί αρκετά. Απλά απουσιάζει η θέληση λόγω του ακραίου ιδεολογικού προσανατολισμού της.

Η πρακτική αυτή των πολυεθνικών είναι γνωστή αρκετά έτη. Μάλιστα, το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε μελέτη για το συγκεκριμένο θέμα: European Commission: Study on territorial supply constraints in the EU retail sector. Final Report, 2020. Συνεπώς η επίκληση αυτού του επιχειρήματος δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας.

Η συμπεριφορά των πολυεθνικών είναι σφαιρικά μελετημένη και γνωστή διαχρονικά και σε καμία περίπτωση δεν περιορίζεται στην πρακτική του territorial supply constraints. Μακάρι να ήταν μόνο αυτή. Εύκολη θα ήταν η αντιμετώπιση. Transfer pricing, υποκοστολογήσεις, υπερτιμολογήσεις, ενδοομιλικές συναλλαγές, καρτέλ, ολιγοπώλια κ.τ.λ. είναι ορισμένες από τις γνωστές πρακτικές των πολυεθνικών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως ερμηνευτικά εργαλεία για την εξήγηση των όσων συμβαίνουν στην ελληνική αγορά. Η αντιμετώπιση όλων αυτών των πρακτικών απαιτεί βούληση για έλεγχο για την προστασία των καταναλωτών για την οποία τάχα κόπτεται.

*Ο Κώστας Μελάς διδάσκει Οικονομικά στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Η Ελλάδα είναι χώρα όπου παρατηρούνται πολύ υψηλότερες τιμές

του Γεώργιου Μπάλτα*

Την τελευταία τριετία, ο πληθωρισμός συσσωρεύει διαρκώς ανατιμήσεις σε βασικά προϊόντα. Η πίεση στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αυξάνεται. Αλλεπάλληλες έρευνες δείχνουν πως πολλές οικογένειες βρίσκονται σε απόγνωση και αναζητούν τρόπους για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στο κόστος ζωής.

Το πρόβλημα του πληθωρισμού δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Όμως, η Ελλάδα έχει αφενός χαμηλότερους μισθούς από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αφετέρου υψηλότερες τιμές σε γνωστά καταναλωτικά προϊόντα.

Ειδικά για τα επώνυμα προϊόντα, που πωλούνται ακριβότερα στην Ελλάδα, έχει σημασία να αξιολογήσουμε το μέγεθος των διαφορών στις τιμές.

Μικρές αποκλίσεις τιμών είναι ίσως αναπόφευκτες εξαιτίας διαφορών στο κόστος διανομής και στους έμμεσους φόρους. Αντιθέτως, πολύ μεγάλες διαφορές τιμών, σαν αυτές που απασχολούν σήμερα την επικαιρότητα, υποδηλώνουν περισσότερο αθέμιτη συμπεριφορά εκ μέρους εταιρειών με ολιγοπωλιακή ισχύ και λιγότερο αντικειμενικές διαφορές κόστους.

Γίνεται σήμερα πολύ μεγάλη συζήτηση για πολυεθνικές εταιρείες που απλά πωλούν στην ελληνική αγορά προϊόντα μέσω θυγατρικών τους και ενδέχεται να εφαρμόζουν αθέμιτες πρακτικές, όπως υπερτιμολόγηση από τη μητρική στην ελληνική θυγατρική, παρεμπόδιση παράλληλων εισαγωγών με γεωγραφικούς εφοδιαστικούς περιορισμούς (Territorial supply constraints) και προσχηματικές αλλαγές στο προϊόν για ανατίμηση του προϊόντος που εισάγεται στην Ελλάδα. Αυτές οι πρακτικές είναι σε θέση να αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων, κυρίως σε χώρες όπου οι πολυεθνικές δεν παράγουν αλλά μόνο εμπορεύονται.

Το πρόβλημα αυτό είναι και ευρωπαϊκό και ελληνικό. Είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, διότι όταν γνωστά προϊόντα πολυεθνικών εταιρειών πωλούνται σε σημαντικά διαφορετικές τιμές μεταξύ των χωρών – μελών της Ε.Ε., δημιουργούνται ζητήματα διάσπασης της ενιαίας αγοράς και αναποτελεσματικής λειτουργίας της. Είναι ελληνικό πρόβλημα, διότι η Ελλάδα είναι χώρα όπου παρατηρούνται πολύ υψηλότερες τιμές και μάλιστα αυτές οι υψηλότερες τιμές συνδυάζονται με τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη των Ελλήνων καταναλωτών.

*Ο Γεώργιος Μπάλτας είναι καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών.

Ο ΦΠΑ επιβαρύνει σημαντικά περισσότερο το ελληνικό επίπεδο τιμών

του Λευτέρη Κιοσέ*

Η σύγκριση τιμών ανάμεσα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όταν γίνεται στο εύρος της τελευταίας έρευνας του ΙΕΛΚΑ, αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα της συγκεκριμένης συζήτησης. Μεσοσταθμικά, σε τιμές ραφιού, τα ελληνικά σουπερμάρκετ παρέχουν σε σημαντικά χαμηλότερη τιμή το τυπικό καλάθι σουπερμάρκετ σε σχέση με τις μεγάλες αγορές της δυτικής Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία) και χαμηλότερη τιμή σε σχέση με αγορές αντίστοιχου μεγέθους (Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία). Σε επιμέρους κατηγορίες προϊόντων υπάρχουν διαφοροποιήσεις, με την Ελλάδα να καταγράφει καλύτερες επιδόσεις (χαμηλότερες τιμές) κυρίως στα φρέσκα τρόφιμα και στα ξηρά συσκευασμένα τρόφιμα και όχι εξίσου καλές επιδόσεις σε προϊόντα με μεγάλα ποσοστά εισαγωγής είτε έτοιμων προϊόντων είτε πρώτων υλών. Σε κάθε περίπτωση, κάθε κατηγορία προϊόντων απαιτεί διαφορετική ανάλυση, καθώς τίθεται υπό συζήτηση ακόμα και το αν τα προϊόντα που διατίθενται σε κάθε χώρα είναι αντίστοιχα (π.χ. σε όρους ζήτησης, ποιότητας, σύνθεσης, σύστασης, διαλογής κ.ά.). Ο ΦΠΑ επίσης φαίνεται ότι επιβαρύνει σημαντικά περισσότερο το ελληνικό επίπεδο τιμών, λόγω των υψηλότερων συντελεστών στην Ελλάδα. Παράλληλα, καταγράφεται συμπερασματικά ότι βασικό πρόβλημα των ελληνικών νοικοκυριών, το οποίο και προκαλεί δικαιολογημένα τις αντιδράσεις του καταναλωτικού κοινού, είναι τα χαμηλότερα εισοδήματα συγκριτικά με τις χώρες της Ευρώπης και όχι το επίπεδο τιμών.

*Ο δρ. Λευτέρης Κιοσές είναι γενικός διευθυντής ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιαεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών).

Πηγή: avgi.gr

Διαφήμιση

Κοινοποιήστε:

Διαφήμιση

Δημοφιλή

Διαφήμιση

Περισσότερα Νέα

Αντιπολεμικά συλλαλητήρια στους δρόμους της Αθήνας (ΦΩΤΟ)

Μήνυμα «ενάντια στο μακέλεμα των λαών στη Μέση Ανατολή και στην...

Έχει «λήξει» η υπόθεση του «κοινού φορέα της Κεντροαριστεράς»;

*Γράφει ο Γεράσιμος Λιβιτσάνος - Να το ξεκαθαρίσουμε εξαρχής:...

ΣΥΡΙΖΑ: Εκρηκτική συνεδρίαση της Κ.Ε. – Κατατέθηκε η υποψηφιότητα Κασσελάκη μέσω… Τζάκρη

Σε «εκρηκτικό κλίμα» συνεδρίασε η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, με...

Γάζα: Πάνω από 41.802 Παλαιστίνιοι νεκροί μέχρι τώρα από τις ισραηλινές επιδρομές

Χωρίς διακοπή και τέλος, το κράτος – δολοφόνος του Ισραήλ...
Διαφήμιση